Αυτή είναι η εισήγηση Μπορέλ για την Τουρκία – Ποιες κυρώσεις βάζει στο τραπέζι
Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ παρουσίασε στους 27 υπουργούς Εξωτερικών τις προτάσεις του ενόψει της συνεδρίασης του ΕυρωπαΙκού Συμβουλίου – Οι αναφορές στα γεγονότα του Έβρου το 2020 και οι προκλήσεις με το «Oruc Reis» – Κάνει λόγο για «ραγδαία αύξηση των προκλητικών ενεργειών της Τουρκίας κατά της Ελλάδας»
Η έκθεση για τις σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία την οποία κλήθηκε να ετοιμάσει ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ τέθηκε στο τραπέζι των συζητήσεων των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ.
Με τίτλο «Η κατάσταση των πολιτικών, οικονομικών και εμπορικών σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας» η έκθεση κάνει αναφορά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου 2020 σημειώνοντας πως η Τουρκία έχει προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες και προκλήσεις και κλιμάκωσε τη ρητορική της εναντίον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των κρατών μελών της και των Ευρωπαίων ηγετών και τονίζει πως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε τον Ύπατο Εκπρόσωπο και την Επιτροπή να υποβάλουν έκθεση σχετικά με την πορεία των πολιτικών, οικονομικών και εμπορικών σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας.
Παράλληλα, επισημαίνεται ότι «το πολιτικό πλαίσιο στις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια, κάτι που οφείλεται κυρίως στις τουρκικές ενέργειες στην Ανατολική Μεσόγειο, αμφισβητώντας τα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας στις θαλάσσιες ζώνες της και την ραγδαία αύξηση των προκλητικών ενεργειών της Τουρκίας κατά της Ελλάδας» . Υπογραμμίζεται επίσης ότι «η περαιτέρω επιδείνωση της εσωτερικής κατάστασης στην Τουρκία, ιδίως στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της οικονομικής διακυβέρνησης, είχε σαφείς αρνητικές επιπτώσεις στις σχέσεις της Τουρκίας με τα κράτη μέλη της ΕΕ και στη διμερή ατζέντα ΕΕ-Τουρκίας».
Στην έκθεση γίνεται αναφορά στα γεγονότα στον Έβρο το 2020 υπογραμμίζοντας πως «τα τελευταία χρόνια, οι εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο αυξήθηκαν. Έφτασαν στο αποκορύφωμά τους στα τέλη Φεβρουαρίου 2020, όταν η Τουρκία, σε αντίθεση με τη δήλωση ΕΕ-Τουρκίας του Μαρτίου 2016, ενθάρρυνε τους μετανάστες και τους πρόσφυγες να εισέλθουν στην ΕΕ. Αυτό οδήγησε σε καταστάσεις βίας στα ελληνικά χερσαία και θαλάσσια σύνορα. Μια μεγάλη κρίση αποτράπηκε μετά από ισχυρή διπλωματική δράση, συμπεριλαμβανομένης της επίσκεψης στην ‘Αγκυρα του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ύπατου Εκπροσώπου και κοινή επίσκεψη στα ελληνικά σύνορα από τους Προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ακολούθησε επίσκεψη στις Βρυξέλλες του Προέδρου Ερντογάν στις αρχές Μαρτίου», αναφέρει η έκθεση.
Στην έκθεση γίνεται αναφορά και στην κρίση με το « Ορούτς Ρέις» σημειώνοντας πως «η Τουρκία ανέπτυξε ένα σεισμικό ερευνητικό σκάφος κοντά στο Καστελόριζο, και επέλεξε την κλιμάκωση με πιθανή μια σύγκρουση μεταξύ των δύο συμμάχων του ΝΑΤΟ. Αυτές οι ενέργειες συνοδεύτηκαν από ρητορική που αμφισβητεί τα δικαιώματα τόσο της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και της Ελλάδας».
Στη έκθεση του Μπορέλ γίνεται αναφορά και στο τουρκο λιβυκό μνημόνιο το «οποίο αύξησε περαιτέρω τις εντάσεις, υπήρξε μια περαιτέρω αύξηση στις προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας με το μνημόνιο να παραβιάζει τα δικαιώματα των νησιών στις θαλάσσιες ζώνες τους, στις παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, στις τουρκικές υπερπτήσεις ελληνικών κατοικημένων περιοχών, καθώς σε απειλές με ναυτικές ασκήσεις με συνοδευτική ρητορική τούρκων αξιωματούχων καθ ‘όλη τη διάρκεια του έτους».
H έκθεση του Ύπατου Εκπροσώπου της ΕΕ αναφέρει επίσης ότι «η κατάσταση άρχισε να αλλάζει προς το τέλος του έτους. Η Τουρκία χαιρέτισε τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου και άρχισε να στέλνει μηνύματα σχετικά με τη σημασία που αποδίδεται στη σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της» και προσθέτει ότι «η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών θα πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσω διαλόγου και διαπραγματεύσεων με καλή πίστη, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, και τη σύμβαση για το Δίκαιο της θάλασσας (UNCLOS).
Αναφορικά με το μεταναστευτικό στην έκθεση επισημαίνεται ότι «στα τέλη Φεβρουαρίου 2020, οι μετανάστες ενθαρρύνθηκαν από τουρκικούς παράγοντες να ακολουθήσουν τη χερσαία διαδρομή προς την Ευρώπη μέσω της Ελλάδας. Αυτό οδήγησε στη δημιουργία ενός άτυπου καταυλισμού στα ελληνοτουρκικά σύνορα, με μεγάλο αριθμό μεταναστών και προσφύγων σε άθλιες συνθήκες. Στις έκτακτες συνεδριάσεις του Συμβουλίου των Υπουργών Εσωτερικών της ΕΕ στις 4 Μαρτίου 2020 και των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στις 6 Μαρτίου 2020, η ΕΕ επανέλαβε την ανάγκη να συμμορφωθεί πλήρως η Τουρκία με τη δήλωση ΕΕ-Τουρκίας. Το Συμβούλιο κάλεσε επίσης την τουρκική κυβέρνηση και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και οργανισμούς να μεταδώσουν το μήνυμα ότι οι μετανάστες δεν πρέπει να ενθαρρυνθούν να επιχειρήσουν παράνομες μετακινήσεις από ξηρά ή θάλασσα, καθώς και να καταπολεμήσουν τη διάδοση ψευδών πληροφοριών.
Στην έκθεση γίνεται αναφορά «στους αργούς ρυθμούς επιστροφών τις οποίες οι τουρκικές αρχές ανέστειλαν επικαλούμενοι περιορισμούς COVID-19. Παρά τα επανειλημμένα αιτήματα των ελληνικών αρχών και της Επιτροπής, το ζήτημα δεν έχει επιλυθεί. Η Επιτροπή επέμεινε ότι η Τουρκία πρέπει να τηρήσει πλήρως τις δεσμεύσεις της βάσει της δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας. Στις 14 Ιανουαρίου 2021, η Ελλάδα υπέβαλε επίσημο αίτημα επανεισδοχής 1450 επαναπατριζόμενων που η Τουρκία δεν αποδέχθηκε» υπογραμμίζει η έκθεση.
Ταυτόχρονα, τονίζεται ότι σε περίπτωση που η ‘Αγκυρα τηρήσει τις υποσχέσεις της, η ΕΕ τάσσεται υπέρ της συνεργασίας σε διάφορα πεδία. Ειδικότερα:
« 1. Μια πιο αποτελεσματική και αμοιβαία επωφελής εφαρμογή των βασικών τομέων της δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας για το 2016, ιδίως σχετικά με τη διαχείριση της μετανάστευσης. Αυτό θα σήμαινε συγκεκριμένα ότι η Τουρκία θα ξαναρχίσει χωρίς καθυστέρηση τη διαδικασία επιστροφής από τα ελληνικά νησιά, ξεκινώντας από τους 1450 επαναπατριζόμενους των οποίων οι νομικές προσφυγές έχουν εξαντληθεί.
2. Αντίθετα, τα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να εντείνουν τις επανεγκαταστάσεις από την Τουρκία στην Ένωση, βασιζόμενοι στην πρόοδο που έχει σημειωθεί μέχρι στιγμής. Αυτό θα πρέπει να καλύπτει ιδιαίτερα τις πιο ευάλωτες ομάδες Σύρων προσφύγων στην Τουρκία.
3. Η ενίσχυση των ήδη ουσιαστικών οικονομικών μας δεσμών είναι μια άλλη κερδοφόρα κατάσταση και για τις δύο πλευρές, ιδίως στο τρέχον δύσκολο οικονομικό κλίμα. Στο επίκεντρο αυτού θα ήταν ο εκσυγχρονισμός και η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της τρέχουσας τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας, όπως έχει ήδη προτείνει η Επιτροπή. Αυτό θα παρέχει επίσης ένα κατευθυντήριο πλαίσιο για τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις στην Τουρκία.
4. Η διατήρηση ανοικτών διαύλων επικοινωνίας είναι χρήσιμη – κυρίως για την υποστήριξη των δεσμεύσεων οικονομικής και τομεακής μεταρρύθμισης της Τουρκίας. Οι προηγουμένως διάλογοι υψηλού επιπέδου που είχαν αναστείλει θα μπορούσαν έτσι να ξαναρχίσουν, σχετικά με την οικονομία, την ενέργεια, τις μεταφορές, τις πολιτικές εξελίξεις, τις εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας και να ξεκινήσουν σε άλλα νέα θέματα, π.χ. την πράσινη συμφωνία / κλίμα, την εσωτερική ασφάλεια, τις διαθρησκευτικές σχέσεις και τον πολιτισμό.
5. Η αύξηση των επαφών της κοινωνίας των πολιτών είναι ένα περαιτέρω μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Η Επιτροπή σκοπεύει να συνεχίσει να διευκολύνει τη συμμετοχή της Τουρκίας στην επόμενη γενιά προγραμμάτων της ΕΕ, όπως το Erasmus +, το Horizon Europe κ.λπ. στο νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. Η Επιτροπή παραμένει έτοιμη να ενημερώσει την Τουρκία σχετικά με τις ιδιαιτερότητες των εκκρεμών σημείων αναφοράς που ορίζονται στον χάρτη πορείας για την ελευθέρωση των θεωρήσεων».
Ωστόσο, αναφέρεται ότι «εάν η Τουρκία δεν προχωρήσει εποικοδομητικά στην ανάπτυξη μιας γνήσιας συνεργασίας με την ΕΕ, αλλά επιστρέψει εκ νέου σε μονομερείς ενέργειες ή προκλήσεις κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, με σκοπό να προκαλέσει ζημία στα συμφέροντα της ΕΕ και των κρατών μελών της, ιδίως στην Ανατολική Μεσόγειο, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι αυτό θα έχει πολιτικές και οικονομικές συνέπειες, όπως αναφέρεται στην έκθεση. Τα περαιτέρω μέτρα της ΕΕ θα πρέπει να είναι εστιασμένα, αναλογικά και αναστρέψιμα, προκειμένου να προσαρμοστούν στην κατάσταση και στο επίπεδο της απειλής ή της πρόκλησης με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, να ενθαρρύνουν την επιστροφή σε μια συνεταιριστική πορεία και να αποφύγουν μια αρνητική δυναμική κλιμάκωσης.
Εκτός από την αναστολή των στοιχείων της προσφοράς εποικοδομητικής συνεργασίας που αναφέρονται παραπάνω, θα πρέπει να προβλέψουμε έξυπνα, κλιμακούμενα αλλά αναστρέψιμα περιοριστικά μέτρα, βασιζόμενοι σε αυτά που ισχύουν. Αυτά θα μπορούσαν σταδιακά να περιλαμβάνουν:
1. Έγκριση των πρόσθετων καταχωρίσεων που έχουν ήδη συμφωνηθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου ·
2. Θα μπορούσαν να ενισχυθούν τα περιοριστικά μέτρα στο πλαίσιο των υφιστάμενων πλαισίων κυρώσεων και να εξεταστεί το ενδεχόμενο να συμπεριληφθούν νομικά πρόσωπα ·
3. Περαιτέρω περιορισμοί στην οικονομική συνεργασία ΕΕ-Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ·
4. Μέτρα που στοχεύουν άλλους τομείς σημαντικούς για την τουρκική οικονομία, όπως απαγόρευση παροχής τουριστικών υπηρεσιών, αρνητικές ταξιδιωτικές συμβουλές από τα κράτη μέλη κ.λπ.
5. Πρόσθετα μέτρα της ΕΕ στον τομέα της ενέργειας και σε συναφείς τομείς, όπως απαγορεύσεις εισαγωγών / εξαγωγών για ορισμένα αγαθά και τεχνολογίες».
«Τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό και σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2020, η Επιτροπή θα προετοιμάσει επίσης γρήγορα επιλογές για συνεχή χρηματοδότηση για τους πρόσφυγες και τις κοινότητες υποδοχής στην Τουρκία. Δεδομένων των σοβαρών αναγκών επί τόπου και του σημαντικού βάρους που εξακολουθεί να επωμίζεται η Τουρκία, πρόκειται για μια ευρωπαϊκή επένδυση σε σταθερότητα και αλληλεγγύη. Έχουμε ένα πραγματικό συμφέρον να στηριχθούμε στις ιστορίες επιτυχίας των τελευταίων ετών» καταλήγει η έκθεση.