Γ. Κεφαλογιάννης: Η Ελλάδα δεν έχει πρόθεση να καταστεί μέρος της πολεμικής σύγκρουσης Ισραήλ -Χαμάς
Ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Γιάννης Κεφαλογιάννης μίλησε στο CNN Greece για τις ανατροπές που φέρνει στη γεωπολιτική σκακιέρα ο πόλεμος Ισραήλ -Χαμάς και για το αν θα επηρεαστεί η αμυντική συνεργασία της χώρας μας με το Ισραήλ.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο Γιάννης Κεφαλογιάννης αναφέρθηκε στη στάση της Ελλάδας στο Μεσανατολικό επισημαίνοντας ότι διαχωρίζει τον παλαιστινιακό λαό από τη Χαμάς, αλλά και ότι «δεν έχει πρόθεση να καταστεί μέρος της πολεμικής σύγκρουσης».
Σε ερώτηση για το αν υπάρχει στο σχεδιασμό του Υπουργείου Άμυνας περαιτέρω ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, ο υφυπουργός Άμυνας απάντησε ότι «προτεραιότητα αυτή την περίοδο δίνεται στην ανάπτυξη προγραμμάτων για τη συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων οπλικών συστημάτων όλων των κλάδων».
Όσο για το αν σχεδιάζει μεταρρυθμίσεις στις Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων, που είναι μέρος του χαρτοφυλακίου του, ο Γιάννης Κεφαλογιάννης τόνισε μεταξύ άλλων ότι «οι μεταρρυθμίσεις στην οργάνωση, λειτουργία και το πρόγραμμα σπουδών των Στρατιωτικών Σχολών υπαγορεύονται από την ανάγκη κατανόησης των νέων απειλών ασφαλείας και την ενσωμάτωση του τρόπου αντιμετώπισής τους στην εκπαιδευτική πολιτική των Ενόπλων Δυνάμεων».
Όλη η συνέντευξη του υφυπουργού Εθνικής Άμυνας Γιάννη Κεφαλογιάννη στο CNN Greece:
Ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς φέρνει ανατροπές στη γεωπολιτική σκακιέρα. Πώς επηρεάζεται η Ελλάδα από μια παρατεταμένη σύρραξη μεταξύ του Ισραήλ, που είναι ισχυρός σύμμαχος της Ελλάδας, και της Χαμάς; Θα καθυστερήσουν τα εξοπλιστικά προγράμματα που τρέχουν με το Ισραήλ;
Η σχέση Ισραήλ – Παλαιστίνης αποτελεί ένα από τα δυσκολότερα παζλ της σύγχρονης ιστορίας και οι συνέπειες της μεταξύ τους σύγκρουσης ξεπερνούν πάντα το γεωγραφικό της αποτύπωμα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς έχει αποσταθεροποιήσει εκ νέου την περιοχή. Το βάθος αυτής της αποσταθεροποίησης δεν είναι ακόμη εμφανές. Θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το εύρος το οποίο η σύγκρουση θα αποκτήσει. Μια ενδεχόμενη κλιμάκωση της, με την άμεση ή έμμεση εμπλοκή άλλων δρώντων, θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την περιφερειακή ασφάλεια στην περιοχή, με πιθανές συνέπειες ένα νέο πληθωριστικό κύμα στη διεθνή οικονομία, νέες μετακινήσεις προσφύγων προς την Ευρώπη και την ανάδυση ενός νέου ρεύματος ισλαμικού ριζοσπαστισμού. Κύριο μέλημα προς το παρόν της διεθνούς κοινότητας πρέπει να είναι η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα η οποία λαμβάνει ανησυχητικά χαρακτηριστικά. Σε ότι αφορά τη συνέχιση της αμυντικής συνεργασίας της χώρας μας με το Ισραήλ αυτή δεν θα επηρεαστεί από τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή. Οι δεσμοί άμυνας που έχουμε αναπτύξει, απορρέει από τη διαχρονική φιλία των δύο λαών και το κοινό μας όραμα για την ασφάλεια και σταθερότητα στην νοτιοανατολική Μεσόγειο. Σε αυτό το πλαίσιο, ή ένταξη οπλικών συστημάτων ισραηλινής τεχνολογίας στο ελληνικό οπλοστάσιο είναι ήδη αρκετά εκτεταμένη και θα συνεχιστεί με βάση τον σχεδιασμό των Γενικών Επιτελείων. Στόχος μας είναι, μάλιστα, αυτή να εμπλουτιστεί και στον τομέα της έρευνας και καινοτομίας, στο χώρο της αμυντικής βιομηχανίας.
Όσο μαίνεται ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή, η Ελλάδα παρέχει διευκολύνσεις στις ΗΠΑ με τις βάσεις σε Σούδα και Ελευσίνα για την ασφάλεια του προσωπικού και των μέσων των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Υπάρχουν φωνές που τονίζουν την αναβάθμιση του ρόλου της χώρας μας στην ευρύτερη περιοχή, ωστόσο έχουν εκφραστεί και ανησυχίες για έμμεση εμπλοκή της Ελλάδας στο Μεσανατολικό. Ποιο είναι το σχόλιο σας;
Η Ελλάδα δεν έχει πρόθεση να καταστεί μέρος της πολεμικής σύγκρουσης. Χρέος όσων εμπλέκονται στη διατήρηση της ασφάλειας στην περιοχή αυτή τη στιγμή είναι να διευρύνουν το φάσμα των πιθανών ειρηνικών λύσεων. Η Ελλάδα προσέρχεται στον διεθνή διπλωματικό διάλογο για την αποκλιμάκωση της βίας με ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο δράσης. Υπερασπίζεται το δικαίωμα στην αυτοάμυνα του Ισραήλ. Το μέτρο σύγκρισης ενός κράτους δεν μπορεί να είναι αντίστοιχο μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, όπως η Χαμάς. Δεύτερον, διαχωρίζει τον παλαιστινιακό λαό από τη Χαμάς. Ως εκ τούτου, το δικαίωμα στην αυτοάμυνα του Ισραήλ πρέπει να ασκηθεί εντός των ορίων που ορίζει το διεθνές δίκαιο και ειδικότερα το jus in bello. Τρίτον, θέτει ως προτεραιότητα την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα. Εάν υπάρχει τρόπος να παραδώσει η χώρα μας ανθρωπιστική βοήθεια μέσω θαλάσσης, θα το κάνει με μεγάλη προθυμία. Τέταρτον, επισημαίνει ότι θα πρέπει να αφεθούν άμεσα ελεύθεροι όλοι οι απαχθέντες και οι όμηροι. Η διεθνής κοινότητα και ιδίως οι αραβικές χώρες πρέπει να ασκήσουν εμφατικά πίεση προς αυτή την κατεύθυνση, διαφορετικά ο κίνδυνος κλιμάκωσης της σύγκρουσης είναι μεγάλος. Η παράλληλη προώθηση και επίτευξη των παραπάνω στόχων δεν είναι μια εύκολη άσκηση. Προσπαθούμε να διαδραματίσουμε ρόλο ως πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή, σεβόμενοι τις, στρατηγικού χαρακτήρα, συμμαχίες μας με το Ισραήλ αλλά και σημαντικές αραβικές χώρες, όπως η Αίγυπτος, εν μέσω μιας αντικειμενικά πολύ περίπλοκης κατάστασης.
Δεδομένου ότι ο Ερντογάν έχει ανοίξει μέτωπο τόσο με το Ισραήλ όσο και με τις ΗΠΑ, πιστεύετε ότι αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τον πολιτικό διάλογο Ελλάδας – Τουρκίας που βρίσκεται σε εξέλιξη ενόψει μάλιστα και των συναντήσεων για τα ΜΟΕ;
Δεν επιθυμούμε να επηρεαστεί η νέα πορεία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις από τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή. Όπως σας προανέφερα, η Ελλάδα είναι μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος. Δεν μπορώ, δυστυχώς, να πω το ίδιο για την Τουρκία, η οποία με τη στάση της δικαιολόγησε και νομιμοποίησε ηθικά την αποτρόπαια πράξη της Χαμάς. Σε κάθε περίπτωση, επιθυμούμε να διατηρήσουμε το κλίμα ύφεσης και τη θετική δυναμική που έχει αναπτυχθεί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις το τελευταίο διάστημα. Εναπόκειται στην Τουρκία να αποδείξει αν αυτό που έχουμε αρχίσει να οικοδομούμε, μια σχέση εμπιστοσύνης που στηρίζεται σε συγκεκριμένους άξονες, θα διατηρηθεί.
Η Ελλάδα έχει ενισχυθεί εξοπλιστικά τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Ωστόσο οι ανάγκες ανανέωσης είναι μεγάλες και σε πολλά επίπεδα. Υπάρχει στο σχεδιασμό του Υπουργείου περαιτέρω ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων; Ποια νέα οπλικά συστήματα αναμένουμε μέσα στο 2024;
Παρά τις δυσκολίες των καιρών και με σεβασμό στα χρήματα των φορολογουμένων, το εθνικό εξοπλιστικό πρόγραμμα προχωράει στη βάση ενός μακρόπνοου σχεδιασμού από τα Γενικά Επιτελεία. Έχουμε δεσμευθεί ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις μας θα διαθέτουν τους υλικούς πόρους που απαιτούνται για να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους. Παράλληλα με την προμήθεια οπλικών συστημάτων αιχμής, όπως οι φρεγάτες Belharra και τα αεροσκάφη Rafale, προτεραιότητα δίνεται αυτή την περίοδο στη ανάπτυξη προγραμμάτων για τη συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων οπλικών συστημάτων όλων των κλάδων. Δεν σας κρύβω ότι αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο, καθώς ο προϋπολογισμός των εξοπλιστικών προγραμμάτων υπακούει και δεν εξαιρείται από τους κανόνες του δημοσιονομικού πλαισίου που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Μέσα, ωστόσο, από μια αυστηρή και στοχευμένη προτεραιοποίηση είμαστε σε θέση να ικανοποιήσουμε τις απαιτήσεις της στρατιωτικής ηγεσίας για την διασφάλιση της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας μας.
Εκτός από τα εξοπλιστικά προγράμματα υπάρχει και η ανάγκη αναβάθμισης της εκπαιδευτικής πολιτικής των Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Σχεδιάζετε μεταρρυθμίσεις στις Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων;
Οι μεταρρυθμίσεις στην οργάνωση, λειτουργία και το πρόγραμμα σπουδών των Στρατιωτικών Σχολών υπαγορεύονται από την ανάγκη κατανόησης των νέων απειλών ασφαλείας και την ενσωμάτωση του τρόπου αντιμετώπισής τους στην εκπαιδευτική πολιτική των Ενόπλων Δυνάμεων. Οι επαγγελματικές προδιαγραφές των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων πρέπει να επανασχεδιάζονται διαρκώς και με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στις σύγχρονες προκλήσεις ασφαλείας. Ως εκ τούτου, οι όποιες αλλαγές στην εκπαιδευτική πολιτική σχεδιάζονται προς τέσσερις βασικές κατευθύνσεις: Την εισαγωγή νέων αντικειμένων που σχετίζονται με τις σύγχρονες απειλές, όπως ενδεικτικά ο κυβερνοπόλεμος και οι πληροφοριακές επιχειρήσεις. Την ενσωμάτωση, σε επίπεδο εκπαίδευσης των συμπερασμάτων από τη μελέτη των πρόσφατων πολέμων. Την επανεξέταση και προσαρμογή της χρονικής διάρκειας των σπουδών στις νέες εκπαιδευτικές ανάγκες. Την ενθάρρυνση και διευκόλυνση της ακαδημαϊκής εξέλιξης των αξιωματικών και υπαξιωματικών.
Πηγή: cnn.gr