05/07/202012:31

Γερνάμε στην Ελλάδα – Γιατί δεν κάνουμε παιδιά και οι δυσοίωνες προβλέψεις

Οι προβλέψεις για την Ελλάδα λένε πως έως το 2070 ο πληθυσμός της χώρας θα έχει μειωθεί από τα 10,7 εκατομμύρια σήμερα στα 8,5 εκατομμύρια.

 

«Η κρίση είναι αποτέλεσμα μιας διπλής επιτυχίας της ανθρωπότητας»

Οι λόγοι είναι διαφορετικοί αλλά δεν είναι καινούργιοι. Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η δημογράφος και καθηγήτρια στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αλεξάνδρα Τραγάκη, είναι λόγοι που διατυπώνονται από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 όταν η ελληνική οικογένεια άρχισε να αναζητά μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Τα πολλά παιδιά έπαψαν να θεωρούνται οικογενειακός πλούτος για να γίνει βασική επιδίωξη, τουλάχιστον για τα νοικοκυριά της μεσαίας τάξης, μια πιο άνετη ζωή: Ένα μεγαλύτερο σπίτι με ξεχωριστό υπνοδωμάτιο για κάθε παιδί, που τώρα όμως δεν είναι τέσσερα και πέντε αλλά ένα ή δυο, ένα αυτοκίνητο, ενδεχομένως και μια εξοχική κατοικία.

«Όλα αυτά ήταν απολύτως θεμιτά. Και σήμερα είναι ουτοπικό να πιστεύει κανείς πως ο κόσμος θα αλλάξει άποψη και θα αρχίσει να αποκτά πολλά παιδιά. Είναι μια πολύ συνειδητή επιλογή και είναι μια επιλογή που σχετίζεται με την οικονομική άνεση, τον ελεύθερο χρόνο, τις επαγγελματικές μας φιλοδοξίες» λέει η Αλεξάνδρα Τραγάκη. Αν όμως σε αυτήν την καθόλα θεμιτή επιδίωξη, αυτό το κυνήγι της ευτυχίας, προστεθεί η συγκράτηση της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού, αυτών των 7 δισ. ατόμων από τον οποίο ο πλανήτης υποφέρει, τότε γιατί μιλάμε για κρίση; «Με αυτό που λέμε κρίση και δημογραφικό πρόβλημα περιγράφουμε δυο πολύ μεγάλες επιτυχίες της ανθρωπότητας» απαντά η Αλεξάνδρα Τραγάκη. «Η μία μεγάλη επιτυχία ήταν ο έλεγχος της γονιμότητάς μας. Κάνουμε πλέον τα παιδιά που επιθυμούμε και μπορούμε να στηρίξουμε και να μεγαλώσουμε. Η δεύτερη μεγάλη επιτυχία της ανθρωπότητας είναι ότι μπορούμε και ζούμε περισσότερα χρόνια και πιο υγιείς σε σχέση με παλαιότερα. Πού είναι το πρόβλημα; Στις επιπτώσεις ετών στην ηλικιακή δομή».

 

Οι δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον

Με λίγα λόγια, ο πληθυσμός γερνάει. Στην ηλικιακή πυραμίδα αρχίζει και στενεύει η βάση, δηλαδή η ομάδα των νέων ανθρώπων, ενώ φαρδαίνει η κορυφή, όπου βρίσκονται οι μεγάλες ηλικίες. Και μια τέτοια ανεστραμμένη πυραμίδα δεν μπορεί να στηρίξει κανένα ασφαλιστικό σύστημα. «Προσθέστε σε αυτό το γεγονός πως παλαιότερα οι άνθρωποι έμπαιναν νωρίτερα στην αγορά εργασίας και παρέμεναν περισσότερα χρόνια. Σήμερα δεν συμβαίνει αυτό. Επομένως ζούμε περισσότερο, αλλά εργαζόμαστε λιγότερα χρόνια, αφού μπαίνουμε στην αγορά εργασίας αργότερα και βγαίνουμε από αυτήν λίγο μετά τα εξήντα μας χρόνια ή ακόμη και νωρίτερα».

Αυτό που περιγράφει η καθηγήτρια του Χαροκοπείου μοιάζει με φαύλο κύκλο. Οι συνταξιούχοι περιμένουν να λάβουν από το ασφαλιστικό σύστημα την ανταπόδοση των εισφορών τους τη στιγμή που νεώτεροι, οι οποίοι και καλούνται να χρηματοδοτήσουν τις συντάξεις είναι λιγότεροι και μικρότερο και πιο ασταθή ασφαλιστικό βίο. Είναι λοιπόν η δημογραφική κρίση ανάλογη της κλιματικής, ένα πρόβλημα που ζούμε ήδη και για το οποίο εάν δεν δράσουμε θα καταστεί μη αναστρέψιμο; «Ο παραλληλισμός με την κλιματική κρίση είναι δόκιμος» απαντά η Αλεξάνδρα Τραγάκη. «Και στις δυο περιπτώσεις, αυτό που συμβαίνει είναι αποτέλεσμα παλαιότερων επιλογών. Είχαμε προβλέψει αυτό που θα συνέβαινε αλλά επειδή δεν κάναμε τίποτε για να το ανακόψουμε τώρα πια το ζούμε. Και το ζούμε με τον χρόνο να κυλάει σε βάρος μας καθώς οποιαδήποτε αλλαγή είναι εξαιρετικά χρονοβόρα. Αν δηλαδή υποθέσουμε ότι λαμβάνουμε τώρα μέτρα για την αναστολή του φαινομένου, δεν θα βλέπαμε τα πρώτα αποτελέσματα παρά σε τριάντα χρόνια από σήμερα».

Και αν δεν λάβουμε μέτρα και συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις; Την εικόνα περιγράφει έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δημογραφική κρίση που δόθηκε στη δημοσιότητα στα μέσα του περασμένου Ιουνίου. Οι προβλέψεις για την Ελλάδα λένε πως έως το 2070 ο πληθυσμός της χώρας θα έχει μειωθεί από τα 10,7 εκατομμύρια σήμερα στα 8,5 εκατομμύρια. Ενώ όμως ο πληθυσμός από 10 έως 69 ετών θα έχει μειωθεί έως και κατά 15%, ο πληθυσμός από 69 ετών ως 80 θα έχει διπλασιαστεί. Τα στοιχεία λένε ακόμη πως ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων θα έχει εκτοξευθεί στο 65% από το 38% σήμερα. Και η διάμεση ηλικία θα ανεβεί στα 52 από τα 45 χρόνια σήμερα.

 

«Τα κίνητρα για γεννήσεις δεν αρκούν»

Το πρόβλημα αποτυπώνεται και στην πορεία του δείκτη γονιμότητας: το 1960 κάθε Ελληνίδα γεννούσε 2,23 παιδιά. Σήμερα γεννάει 1,35. Κι αυτό σημαίνει πως οι γενιές δεν ανανεώνονται. Πόσα παιδιά θα έπρεπε να γεννά κάθε γυναίκα γι’ αυτήν την ανανέωση; «2,1 παιδιά, αυτή είναι η παγκόσμια σταθερά με τα σημερινά επίπεδα θνησιμότητας» απαντά η Αλεξάνδρα Τραγάκη. «Δεν είναι πολλά, είναι όμως περισσότερα απ’ όσα αποκτά η πλειονότητα των γυναικών σήμερα. Κανέναν όμως δεν μπορείς να υποχρεώσεις να κάνει παιδιά», επισημαίνει. Μητέρα δυο παιδιών η ίδια, η καθηγήτρια Οικονομικής Δημογραφίας επιμένει στην «ουτοπία» της αύξησης της γονιμότητας. Ακόμη και αν δοθούν κίνητρα; «Τα κίνητρα είναι πολύ σημαντικά με την έννοια πως είναι πολύ σημαντικό για μια γυναίκα που θέλει να αποκτήσει επιπλέον παιδιά να έχει τη στήριξη για να το κάνει. Τα κίνητρα έχουν να κάνουν με τη δυνατότητά μου να κάνω αυτό που έχω επιλέξει. Και πάντως δεν είναι κίνητρο από μόνο του οποιοδήποτε επίδομα γέννησης. Κάνω ένα παιδί αλλά πού το πάω; Αυτό είναι το πρόβλημα. Χρειάζομαι επομένως έναν βρεφονηπιακό σταθμό. Χρειάζομαι ενδεχομένως και κάποια βοήθεια στα πάγια έξοδα της βρεφικής ηλικίας. Αλλά χρειάζομαι οπωσδήποτε και ένα καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα. Να έχω την αίσθηση πως το παιδί μου πηγαίνει σε ένα σχολείο που του παρέχει εφόδια για τη ζωή».

 

Οι 55 και άνω: Ενας μοναδικός σε αφθονία πόρος

Η ίδια υπογραμμίζει ακόμη πως για να πετύχει μια πολιτική κινήτρων, όπως συνέβη στη Γαλλία ή τις σκανδιναβικές χώρες, πρέπει να είναι σταθερή. Όπως το θέτει, «κανένας δεν θα κάνει παιδί επειδή θα πάρει ένα επίδομα 2000 ευρώ. Η κατάργηση του επιδόματος όμως θα επιδρούσε αρνητικά στη σχέση της εμπιστοσύνης κράτους – πολίτη». Ακόμη κι έτσι, όμως, μάλλον είναι απίθανο να εκτοξευθεί ο δείκτης γονιμότητας από τα 1,35 παιδιά στα 2,1. Τι μας μένει επομένως να κάνουμε; «Να ξεκαθαρίσουμε κατ’ αρχάς πως δεν υπάρχει ιδανικός πληθυσμός. Υπάρχει όμως ιδανική αναλογία ηλικιών. Η αναλογία δεν είναι καλή, η πυραμίδα κινδυνεύει να αντιστραφεί. Πρέπει επομένως να ανοίξουμε την αγορά εργασίας σε κατηγορίες που έχουν πιο περιορισμένη πρόσβαση όπως είναι οι γυναίκες και, ακόμη περισσότερο, οι μετανάστες. Κυρίως όμως πρέπει να αντιληφθούμε πως οι άνω των 55 είναι ένας πόρος. Αυτήν την ηλικιακή ομάδα θα έχουμε σε αφθονία και αυτήν την ηλικιακή ομάδα θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε ως οικονομία» επισημαίνει.

«Εκμετάλλευση» σημαίνει να διατηρούνται οι ομάδες αυτές κοινωνικά και οικονομικά ενεργές. Δεν μοιάζει ανέφικτο αν λάβει υπόψη του κανείς πως οι ειδικοί έχουν αρχίσει να αναθεωρούν την έννοια της μέσης ηλικίας, καθώς αυτή παρατείνεται πλέον στα χρόνια. Το γήρας έρχεται πια πολύ αργότερα σε σχέση με τις περασμένες δεκαετίες, δεν είναι πια ο 50αρης ο «νέος της εποχής», αλλά ο 60αρης ή ακόμη και ο 65αρης. «Αυτόν τον 65αρη, λοιπόν, δεν μπορείς να τον έχεις στην άκρη της κοινωνίας. Δεν έχεις το περιθώριο να τον έχεις στην άκρη της κοινωνίας» σχολιάζει η Αλεξάνδρα Τραγάκη.

Θα συμφωνούσαν και οι ψυχολόγοι: για να μπει κανείς στο περιθώριο, να γίνει ένας απόμαχος της ζωής που το μόνο που του έμεινε να κάνει είναι να κρατάει τα εγγόνια του, πρέπει να αισθάνεται πως συνεχίζει να προσφέρει. Πώς; «Το κλειδί βρίσκεται σε αυτό που οι κοινωνικές επιστήμες αναγνωρίζουν ως social involvement. Είτε μιλάμε για περισσότερα χρόνια εργασίας είτε για άλλου τύπου συμμετοχή, πολιτική, κοινωνική εθελοντική κλπ».

 

Στη ρίζα του προβλήματος

Η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης είναι ωστόσο κόκκινο πανί για τα συνδικάτα – αρκεί μια γρήγορη αναζήτηση στο Διαδίκτυο για να εντοπίσει ανακοινώσεις όπως αυτή: «Οι προσπάθειες για αύξηση των ορίων ηλικίας των γυναικών (και στη συνέχεια και των ανδρών) είναι μια αντικοινωνική και αντεργατική επιλογή». Η Αλεξάνδρα Τραγάκη επανέρχεται στη ρίζα του δημογραφικού προβλήματος: «Η ουσία βρίσκεται στην αναντιστοιχία του συλλογικού με το ατομικό συμφέρον. Στο ατομικό μου συμφέρον είναι να κάνω ένα ή το πολύ δυο παιδιά και να σταματήσω εκεί για να μπορώ να κάνω κάθε χρόνο τις διακοπές μου ή να παρέχω όσα περισσότερα μπορώ στα παιδιά μου. Στο ατομικό μου συμφέρον είναι να φύγω στο εξωτερικό για να έχω περισσότερες ευκαιρίες ή απολαβές. Είναι να ζήσω όσο το δυνατόν περισσότερο και να πάρω σύνταξη όσο το δυνατόν νωρίτερα. Όλα αυτά όμως αντικρούουν στο συλλογικό συμφέρον. Αυτά τα δυο αντικρουόμενα συμφέροντα είναι που πρέπει να συμφιλιώσουμε».

 

AΠΕ – ΜΠΕ

Μοιραστείτε το άρθρο

Περισσότερα Νέα