Γιώργος Αγγελόπουλος, ΜΔΕ φιλόλογος: Κριτική παρουσίαση του νέου μυθιστορήματος «Στη ζωή νωρίς νυχτώνει» της Ε. Πριοβόλου
«Στη ζωή νωρίς νυχτώνει»
Κριτική παρουσίαση του νέου μυθιστορήματος «Στη ζωή νωρίς νυχτώνει» της Ε. Πριοβόλου
Το νέο μυθιστόρημα της Ελένης Πριοβόλου «Στη ζωή νωρίς νυχτώνει» είναι μια υπέροχη μυθοπλασία σε ισορροπία με την ιστορία. Ένα έργο υπαρξιακό, κοινωνικό, ιστορικό αλλά -κυρίως- ζωντανών χαρακτήρων και έντονων συναισθημάτων. Μια περιπλάνηση του νου και της καρδιάς σε τόπους που ο άνθρωπος αγαπά, μάχεται και ζει πραγματικά.
Η κοινή μοίρα των λαών, η πικρή προσφυγιά, η πολυπόθητη ειρήνη και το άδικο του πολέμου, η πολύτιμη εκεχειρία. Οι μιαρές πολιτικές επιδιώξεις και τα οικονομικά συμφέροντα των ισχυρών της Γης, οι θρησκείες και ο φανατισμός τους. Οι ταπεινοί άνθρωποι βιάζουν, σκοτώνουν, αποκεφαλίζουν ανθρώπους, γεμίζουν πόνο τις ψυχές και τους χωρίζουν. Απέναντι σ’ αυτά, όμως, στέκει ο άλλος, ο δυνατός άνθρωπος και η αξία του. Η φιλία, ο έρωτας, το αντιπολεμικό μήνυμα, η αγάπη και η προσφορά στους συνανθρώπους, η ζωή που πρέπει να νικήσει την κακιά αρρώστια.
Για μια ακόμη φορά η Ελένη μιλάει για τόσα πολλά θέματα έχοντας ταξιδέψει, ζήσει και μελετήσει. Μετά από μια επίπονη εσωτερική, πνευματική και ψυχική, διεργασία είναι έτοιμη να γράψει, να μας συγκινήσει και να μας προβληματίσει όντας η ίδια ένα ώριμο και σκεπτόμενο άτομο με προοδευτικές ιδέες και βαθύ στοχασμό. Δεν την διακρίνει κανενός είδους ρητορεία ή διδακτική διάθεση, γιατί με τον ήπιο χαρακτήρα και την κριτική σκέψη της κατορθώνει να μεταδώσει στον αναγνώστη διαχρονικές αλήθειες αντικειμενικά αποδεκτές.
Η συγγραφέας μέσα από μια χειμαρρώδη αφήγηση μας ταξιδεύει στην ταραγμένη πολιτικά Αθήνα και τη Βηρυτό των σπαρακτικών πολέμων του ’60. Ταυτόχρονα, με συγγραφική δεινότητα μας επαναφέρει σ’ αυτές τις πόλεις το έτος 2015. Δυο κοπέλες, η Άρια και η Οριάν, και πολλά πρόσωπα από το οικογενειακό και φιλικό τους περιβάλλον. Δυο παράλληλες ζωές, που η μοίρα και η τύχη θα τις ενώσει πάλι, για να θυμηθούν όσα έζησαν. Να χαρούν και να πονέσουν για τα χρόνια που έχασαν. Να συνειδητοποιήσουν πως δεν πρέπει να πιστεύει κανείς πως έχει άπλετο χρόνο, γιατί «στη ζωή νυχτώνει νωρίς» και γι’ αυτό πρέπει να προλάβει να ζήσει την κάθε μέρα.
Η πρωτοτυπία -και συνάμα η γοητεία- της αφήγησης έγκειται κυρίως στο γεγονός πως σε ταξιδεύει στη Βηρυτό και τον κόσμο της Μ. Ανατολής, έναν κόσμο που λίγοι γνωρίζουν. Οι διαφορετικοί άνθρωποι και οι συνήθειές τους, το φαγητό και το ποτό, η θρησκεία, η ποίηση, η μουσική, το τραγούδι, η γλυπτική, τα τοπία, τα πουλιά… Αλλά και ο εμφύλιος σπαραγμός, το πένθος, οι ζωές που χάθηκαν άδικα. Όλα αυτά δεν πρέπει να είναι μια ανάμνηση των προγόνων μας και παρελθόν, που θα ξεχαστεί, αλλά ένα ζωντανό παρόν, που θέλουμε να αποτελέσει και μέλλον για τις επόμενες γενιές, που θα φροντίσουν με σεβασμό και αγάπη να το συντηρήσουν.
Στο μυθιστόρημα της Ελένης Πριοβόλου οι άνθρωποι δεν είναι απαισιόδοξοι αλλά νικητές, γιατί «νιώθουν, μπορούν και νιώθουν. Κι αυτό είναι το μεγαλείο της ανθρώπινης ύπαρξης». Μια αλλόκοτη ζωή που επιθυμεί «να χαθεί πέρα από κάθε πραγματικότητα, να σταθεί πάνω από το χείλος της ανθρώπινης αβύσσου, να φωνάξει πόσο είμαστε μικροί, με έργα μεγάλα και αξιοθαύμαστα». Μπορεί «η ζωή να είναι μια σύμπτωση, ο θάνατος να είναι πάντα παρών και οι άνθρωποι αεί υποψήφιοι νεκροί». Όμως, στο τέλος ο άνθρωπος «δε χρωστάει ευγνωμοσύνη στο Θεό ή την Επιστήμη για την παράταση ζωής που λαμβάνει, αλλά στον άνθρωπο που κοιμάται ήρεμα δίπλα του».
Γιώργος Αγγελόπουλος, ΜΔΕ φιλόλογος