H Κυριακή της Ορθοδοξίας. Η νίκη της Εκκλησίας
«Οὐκ ἀρνησόμεθά σε φίλη Ὀρθοδοξία, οὐ ψευσόμεθά σε πατροπαράδοτον σέβας. Ἐν σοὶ ἐγεννήθημεν, ἐν σοὶ ζῶμεν, ἐν σοὶ κοιμηθησόμεθα. Εἰ δὲ καὶ καλέσειε καιρὸς καὶ μυριάκις ὑπὲρ σοῦ τεθνηξόμεθα» (Ἰωσὴφ Βρυέννιος).
Μετάφραση: Δεν θα σε αρνηθούμε αγαπημένη μας Ορθοδοξία, δεν θα σε διαψεύσουμε πατροπαράδοτη ευσέβεια. Στο ήθος και την αλήθεια σου γεννηθήκαμε, σ’ αυτὰ ζούμε και μ’ αυτὰ θα αναπαυθούμε. Κι άν χρειαστεί ποτέ, για χάρη σου αναρίθμητες φορὲς θα θυσιαστούμε!
1) Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΚΑΙ Η ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΜΑΣ!!
Κυριακή της Ορθοδοξίας, ονομάζεται αγαπητοί μας φίλοι και Χριστιανοί ευλογημένοι, η αυριανή Κυριακή. Είναι η πρώτη της Μεγάλης Σαρακοστής. Από τον 9ο αιώνα η Εκκλησία πανηγυρικά γιορτάζει την ημέρα αυτή την «Αναστήλωση των εικόνων», δηλαδή την αποκατάσταση της τιμητικής προσκύνησής τους, ύστερα από έναν αιώνα διωγμών από το κράτος και έριδος Εκκλησιαστικής. Από το 733 μ.Χ. που ανέβηκε στον Αυτοκρατορικό θρόνο της Νέας Ρώμης ο Λέων Γ΄ ο Ίσαυρος άρχισε η μεγάλη δοκιμασία για την Εκκλησία, που αποκαλέστηκε «Εικονομαχία». Με Αυτοκρατορικό πρόσταγμα, κατέβηκε από την Χαλκή Πύλη η εικόνα του Χριστού και απαγορεύθηκε σταδιακά η τιμή των εικόνων και στη δημόσια λατρεία (στους ναούς) και στην ιδιωτική (στα σπίτια). Προωθήθηκε στην τέχνη ο φυτικός διάκοσμος και τα διάφορα σύμβολα (π.χ. ο Σταυρός). Όποιοι συλλαμβάνονταν να τιμούν κρυφά τις εικόνες, υποβάλλονταν σε διωγμούς. Αναδείχθηκαν έτσι «Ομολογητές» της πίστεως. Οι ευσεβείς αντέδρασαν απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία με όπλα πνευματικά. Κυρίως με την πίστη τους και την προθυμία τους να ομολογήσουν την Αλήθεια, με οποιοδήποτε κόστος. Στον αγώνα αυτόν πρωταγωνίστησαν οι μοναχοί και τα μοναστήρια. Ο Αυτοκράτορας στράφηκε εναντίον τους με διάφορους τρόπους, πέρα από τους διωγμούς, τις εξορίες και τις σωματικές τιμωρίες. Η (πλούσια) νομοθεσία των Ισαύρων μπορεί να διαπνέεται από την Χριστιανική ηθική και να είναι εν πολλοίς φιλική προς την Εκκλησία, όμως τίθεται σε βάρος των μοναστηριών (κέντρων αντίστασης) στην Θρησκευτική πολιτική τους.
Το κύριο επιχείρημα των «Εικονομάχων» ήταν ότι οι ευσεβείς Χριστιανοί (οι «Εικονολάτρες», όπως τους χαρακτήριζαν) λάτρευαν δήθεν τις εικόνες και τα υλικά, από τα οποία είχαν κατασκευασθεί. Αυτό μπορεί να είχε μια δόση αλήθειας σε ό,τι αφορά την λαϊκή ευσέβεια και ειδικά στην Ισαυρία (σημ. Συρία), τόπο καταγωγής του Λέοντος και των διαδόχων του. Όμως σίγουρα δεν αποτελούσε την δογματική Αλήθεια της Εκκλησίας. Το 789 μ.Χ. συγκαλείται η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος, που διατύπωσε το ορθό δόγμα. Η πρωτοβουλία ανήκε στην αυτοκράτειρα Ειρήνη την Αθηναία και τον Πατριάρχη Άγιο Ταράσιο. Οι διωγμοί έπαυσαν προσωρινά, για να συνεχισθούν εντονότερα μέχρι το θάνατο του τελευταίου εικονομάχου Αυτοκράτορα Θεοφίλου. Το 843 η Αυγούστα (σύζυγός του) Αγία Θεοδώρα, μαζί με τον Πατριάρχη Άγιο Μεθόδιο πραγματοποίησαν την «αναστήλωση» των Ιερών Εικόνων. Με λιτανεία και επίσημη τελετή επανέφεραν τις εικόνες στους ναούς και επετράπη ξανά η χρήση τους στην δημόσια λατρεία.
Η νίκη της Εκκλησίας ήταν περιφανής. Μετά το σκοτάδι των διωγμών, η αυγή της Αλήθειας φάνηκε λαμπρότερη. Τι σηματοδοτεί αυτή η νίκη; Η Αλήθεια ότι νίκησε την πλάνη! Η Αλήθεια σχετικά με τις εικόνες συνοψίζεται στην φράση: «Η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον αποβαίνει». Προσκυνάμε δηλαδή την εικόνα, όχι τιμώντας το ξύλο και τα χρώματα, αλλά το εικονιζόμενο πρόσωπο. Η Εκκλησία νίκησε τον «κόσμο»! Εκκλησία δεν ήταν μόνο οι Πατριάρχες ή οι Εικονομάχοι (Χριστιανοί, μέλη της Εκκλησίας και αυτοί), που προσωρινά επέβαλαν την δική τους «αλήθεια» χάρη στην κρατική ισχύ, την δύναμη της κοσμικής εξουσίας. Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού. Και οι μεν τέθηκαν εκτός Εκκλησίας με τα έργα τους, αυτή όμως θριάμβευσε. Η Εκκλησία στολίσθηκε με Ομολογητές και Μάρτυρες, όπως τον Πατριάρχη ΚΠόλεως Άγ. Παύλο, τον Άγ. Ιωάννη τον Δαμασκηνό, τους αδελφούς Οσίους Θεόδωρο και Θεοφάνη τους Γραπτούς, τον Όσιο Ιωαννίκιο τον Μέγα, την Αγ. Θεοδώρα την Αυγούστα κ.ά.
Η ενότητα υπερέβη το διχασμό! Ο διχασμός του Εκκλησιαστικού Σώματος σε εικονομάχους και «εικονολάτρες» υπήρξε πιο επικίνδυνος ακόμη και από τους διωγμούς των ειδωλολατρών αυτοκρατόρων. Ο κίνδυνος ήταν πλέον «εντός των τειχών». Όμως η ενότητα στην στερεωμένη ορθόδοξη πίστη διασφάλισε τον ακύμαντο πλου του σκάφους της Εκκλησίας. Ο διωγμός αναθέρμανε την Πίστη! Δοκίμασε τις πνευματικές αντοχές των πιστών. Έδωσε την ευκαιρία στην Εκκλησία να διατυπώσει με σαφήνεια την πίστη της και να μας την παραδώσει, αποκαθαρμένη από αμφισβητήσεις, προς διαφύλαξη.
Οι Ιεροί Πατέρες όρισαν να εορτάζεται ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος την πρώτη Κυριακή των Νηστειών για να δείξει στους πιστούς πως ο πνευματικός μας αγώνας θα πρέπει να συνδυάζεται με την ορθή πίστη για να είναι πραγματικά αποτελεσματικός. Νηστεία και ασκητική ζωή έχουν και άλλες αιρέσεις ή θρησκείες, και μάλιστα με πολύ αυστηρότερους κανόνες άσκησης. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να σωθούν και να ενωθούν με το Θεό. Η σωτηρία είναι συνώνυμη με την αλήθεια, αντίθετα η πλάνη και το ψεύδος οδηγούν σε αδιέξοδα και εν τέλει στην απώλεια. Τέλος, αναδείχθηκε η αξία της Εκκλησιαστικής Παράδοσης. Το «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας» το οποίο θα αναγνωσθεί αύριο κατά την Λιτάνευση των Ιερών Εικόνων, διακηρύττει περίτρανα, ως μοναδική διέξοδο από τέτοιου είδους περιπέτειες την Παράδοση, που κληρονόμησε η Εκκλησία από τον Χριστό, μέσω των Αποστόλων, των Μαρτύρων, των Ομολογητών, των Πατέρων και ολόκληρη την ιερή αλυσίδα μέχρι τις ημέρες μας.
2) ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΚΥΝΑΜΕ ΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΔΙΟΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΝΤΑΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΜΑΣ!
Όπως και να προσεγγίσει κανείς τις Βυζαντινές εικόνες, είτε πιστεύει πως είναι θαυματουργικές, είτε γοητεύεται από την καλλιτεχνική δημιουργία των αγιογράφων, δεν παύουν να συγκινούν αλλά και να γοητεύουν με την αινιγματικότητα, την μελαγχολία και τη γαληνή τους. Η Αγία μας Ορθόδοξη Εκκλησία τις έχει σε μεγάλη ευλάβεια και σεβασμό καθώς, η σημασία τους είναι πολύ μεγάλη και αυτό αποφαίνεται τόσο από τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου «α γαρ ο λόγος της ιστορίας δι’ ακοής παρίστησι, ταύτα γραφική σιωπώσα δια μιμήσεως δείκνυσι», όσο και από την απόφαση της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου, η οποία αποφάσισε πως οι ιερές εικόνες είναι στο ίδιο επίπεδο με το Ευαγγέλιο και τον Τίμιο Σταυρό!
Αρχικά ας δούμε την ετυμολογία της λέξης εικόνα. Η λέξη εικών είναι αρχαιοελληνική και σημαίνει ομοίωμα δηλαδή αποτύπωση μορφών η πραγμάτων μέσα από την τέχνη και κυρίως μέσα από την ζωγραφική και την γλυπτική. Στα Βυζαντινά χρόνια η λέξη απέκτησε μια ειδική σημασία, σήμαινε την απεικόνιση ιερών για τους Χριστιανούς πρόσωπων ή σκηνών. Οι εικόνες παίζουν για την Ορθόδοξη Εκκλησία σημαντικό ρολό τόσο στην δημόσια όσο και στην ιδιωτική λατρεία. Από τον πρώτο αιώνα της διδασκαλίας του Χριστιανισμού οι Χριστιανοί συνήθιζαν να ζωγραφίζουν στις κατακόμβες τους διάφορα σύμβολα τα όποια τις περισσότερες φορές είχαν παιδαγωγικό χαρακτήρα. Η άνθιση των εικόνων παρατηρείται μετά της λήξη της εικονομαχίας και την επικράτηση της εικονολατρίας. Οι παλαιότερες εικόνες που σώζονται μέχρι τις ημέρες μας, από την εποχή εκείνη, βρίσκονται στην Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο όρος Σινά και χρονολογούνται από τον 6ο αιώνα μ.Χ. Οι εικόνες έχουν μεγάλη σημασία μέχρι τις ημέρες μας. Εκφράζουν την λατρεία των πιστών προς το Θεόν και κατέχουν την κυρίαρχη θέση ανάμεσα στα αντικείμενα λατρείας της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Με την απεικόνιση του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων, ο πιστός έρχεται πιο κοντά στις Θείες μορφές τους και ζητεί τη μεσολάβησή τους, για την εκπλήρωση κάποιας επιθυμίας του, για να βρει παρηγοριά στις δύσκολες στιγμές της ζωής του και για να πετύχει τη λύτρωση. Η εικόνα είναι η υπόμνηση των πρωτότυπων και αναγωγή σε αυτά. Με άλλα λόγια όταν έχουμε μπροστά μας μία εικόνα, αυτή η εικόνα όχι απλώς μας θυμίζει αλλά μας ανεβάζει στο πρωτότυπο και κατεβάζει το πρωτότυπο σε εμάς. Έτσι φέρνει στο νου και στην κάρδια μας το Χριστό και τους άγιους που παριστάνει και μας ανεβάζει προς αυτούς.
Οι εικόνες μας κηρύττουν, μας διδάσκουν, μας φωτίζουν και μας βοηθούν να μιμηθούμε τους Άγιους και το Θεό. Κρατώντας την εικόνα του Χριστού στα χεριά μας «κρατάμε σαν σε αρτοφόριο τον ίδιο τον Χριστό» όπως αναφέρει ο γέροντας Αιμιλιανός. Όταν έχω ενώπιων μου μια εικόνα σημαίνει ότι έχω ενώπιων μου τον Χριστό, την Παναγία τους Αγίους. Επειδή οι Άγιοι στην επίγεια ζωή τους, ήταν «πλήρεις πνεύματος ἁγίου» η χάρις αναπαύεται και στις ιερές εικόνες τους. Έτσι η εικόνα είναι η ζωντανή παρουσία του Θεού ο οποίος είναι «θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ» και μεταδίδει τη χάρι στους πιστούς που τις προσκυνούν . Καθώς τις προσκυνάμε ξέρουμε ότι η εικόνα είναι μια θεολογία, μια αποκάλυψη θεού μπροστά στα αμαρτωλά μας μάτια «ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας». Τέλος είναι η φανέρωσις του μυστήριου της Εκκλησίας, είναι ζώσα και παρούσα η Ορθοδοξία όταν προσκυνάμε με πίστη τις άγιες εικόνες.
Τι μεγαλείο! Τι μυστήριο! κρύβουν οι άγιες εικόνες μας; Αν δεν είχαμε τις άγιες εικόνες μας θα σήμαινε πως δεν πιστεύουμε στην αγάπη του Χριστού, θα σήμαινε πως δεν πιστεύουμε στην Θεότητά του, πως δεν πιστεύουμε ότι φανερώθηκε στους ανθρώπους με σάρκα. Οι ιερές εικόνες είναι η δόξα των πιστών και της Εκκλησίας μας, διότι προσκυνώντας τις εικόνες τιμούμαι τα εικονιζόμενα πρόσωπα στεκόμαστε ενώπιων του Θεού και οδηγούμαστε στην αγάπη του, γι΄ αυτό και καθημερινά γίνονται τόσα πολλά και ποικίλα θαύματα!
3) ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΟΤΑΝ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕ ΤΙΣ ΑΓΙΕΣ ΚΑΙ ΙΕΡΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ!
Αγαπητοί μας πρέπει να γνωρίζουμε ότι: Όταν προσκυνούμε τις εικόνες των Αγίων, δεν υποκλινόμαστε στο ξύλο και στο χρώμα του ξύλου αλλά σε ζώντες Αγίους, οι οποίοι λάμπουν ως ο ήλιος στη Βασιλεία του Θεού. Όταν ασπαζόμαστε τις εικόνες των Μαρτύρων του Χριστού, ασπαζόμαστε τις πληγές και τα παθήματά τους, για χάρη του Βασιλέως Χριστού! Όταν αγγίζουμε με το χέρι μας τις Εικόνες των Οσίων ασκητών και εγκρατευτών, δεν αγγίζουμε το σανίδι αλλά τους κόπους και τις αρετές τους. Όταν κλαίμε ενώπιον της Εικόνας της Αγίας Θεοτόκου, δεν θρηνούμε μπροστά σε ένα νεκρό κομμάτι ξύλου αλλά κλαίμε ενώπιον της ζωντανής και σπλαχνικής Μητέρας του Θεού, η οποία βλέπει από τη Βασιλεία του Υιού της τα δάκρυά σας και σπεύδει σε βοήθεια.
Όταν συστελλόμαστε μπροστά στα πρόσωπα των αγίων Αγγέλων και Αρχαγγέλων, δεν το κάνουμε μπροστά σε νεκρά αντικείμενα αλλά μπροστά στα πνεύματα του Αγαθού και του Φωτός, στους ασωμάτους και ισχυρούς στρατιώτες και υπηρέτες του Ζώντος Θεού. Όταν τέλος, ασπαζόμαστε το Τίμιο Σταυρό του Χριστού, δεν το κάνουμε σαν να είναι ένα αντικείμενο, αλλά ασπαζόμαστε την αγάπη του Κυρίου, η οποία φανερώθηκε στα παθήματά Του για σας επί του Σταυρού. Ασπαζόμαστε την ώρα εκείνη το ισχυρότερο σύμβολο νίκης, από το οποίο οι δαίμονες τρέμουν και φεύγουν, αυτό που δίνει θάρρος στην πληγωμένη καρδιά και παρηγοριά στην ταλαίπωρη ψυχή.
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΙΑ!
ΚΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΣΑΣ ΕΥΛΟΓΕΙ!
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΣΗΔΗΜΑΣ