Κορονοϊός: Κατά 70% αποτελεσματικό το εμβόλιο της Οξφόρδης και της AstraZeneca – Ποια είναι η διαφορά με τα υπόλοιπα
Το εμβόλιο κατά του κορονοϊού που ανέπτυξε η βρετανική AstraZeneca μαζί με το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης έχει αποτελεσματικότητα κατά μέσο όρο 70%, ανακοίνωσε σήμερα η βρετανική φαρμακευτική εταιρεία.
Πρόκειται για τα ενδιάμεσα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών που πραγματοποιούνται στη Βρετανία και τη Βραζιλία, επεσήμανε η AstraZeneca.
“Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του εμβολίου επιβεβαιώνουν ότι θα είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό κατά της covid-19 και ότι θα έχει άμεση επίδραση σε αυτή την κρίση δημόσιας υγείας“, σχολίασε ο Πασκάλ Σοριότ επικεφαλής της AstraZeneca.
Οι διαφορές του από τα άλλα εμβόλια
Σύμφωνα με το βρετανικό δίκτυο BBC το εμβόλιο παρέχει προστασία έως 70%, γεγονός το οποίο είναι εν μέρει προβληματικό, καθώς τα εμβόλια Pfizer και Moderna έχουν αποτελεσματικότητα πάνω από 90% (94,5% και 95% αντίστοιχα), ενώ και τα δύο στηρίχθηκαν στην μέθοδο messenger RNA.
Η αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου εμβολίου είναι πιο χαμηλή έναντι των άλλων εμβολίων, αλλά έχει δυο σημαντικά πλεονεκτήματα. Είναι πιο φθηνό και πιο εύκολο στην αποθήκευση και την μεταφορά του από τα άλλα δυο. Και αυτά τα δυο πλεονεκτήματα είναι πιθανόν να παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της πανδημίας αν το εμβόλιο εγκριθεί από τις αρχές.
Οι διαφορές των δοκιμών και της αποτελεσματικότητας
Όμως, διευκρινίζει ο επιστημονικός συντάκτης των ΝΥΤ, βιολόγος και συγγραφέας Καρλ Ζίμερ, η αποτελεσματικότητα 95% στις δοκιμές δεν σημαίνει ότι θα είναι ίδια και στην πράξη μετά τους μαζικούς εμβολιασμούς. Η αποτελεσματικότητα στις δοκιμές είναι ένας στατιστικός δείκτης που προκύπτει με συγκεκριμένους μαθηματικούς υπολογισμούς.
Η φαρμακευτική εταιρεία εμβολιάζει μερικούς ανθρώπους, ενώ σε άλλους δίνει εικονικό εμβόλιο (πλασίμπο), χωρίς κανείς συμμετέχων να ξέρει αν έχει όντως εμβολιαστεί ή όχι (“τυφλή” δοκιμή). Στη συνέχεια οι εμβολιασμένοι και οι ψευδο-εμβολιασμένοι κάνουν κανονικά τη ζωή τους και η εταιρεία παρακολουθεί πόσοι θα εμφανίσουν συμπτώματα covid-19 και θα διαγνωστούν θετικοί στον κορονοϊό (170 άτομα στην περίπτωση των Pfizer/BioNTech).
Μετά υπολογίζεται ποιο ποσοστό των αρρώστων είχαν εμβολιαστεί και ποιο όχι, καθώς και η σχετική διαφορά ανάμεσα στα δύο ποσοστά. Στην περίπτωση και των δύο εμβολίων, των Pfizer και Moderna, η μεγάλη πλειονότητα όσων αρρώστησαν, δεν είχαν εμβολιαστεί. Η διαφορά αυτή, που εκφράζεται ως ποσοστό (π.χ. 95%), δείχνει την αποτελεσματικότητα (efficacy) και αποτελεί πειστική ένδειξη ότι το εμβόλιο “δουλεύει” καλά.
Όμως, όπως έχει δείξει η εμπειρία με προηγούμενα εμβόλια, η αποτελεσματικότητα των δοκιμών είναι διαφορετική από την αποτελεσματικότητα ενός εμβολίου στον πραγματικό κόσμο (effectiveness) και είναι σημαντικό, σύμφωνα με τους ειδικούς, τα δύο αυτά είδη αποτελεσματικότητας να μη συγχέονται. Το ποσοστό 95% δεν αντιπροσωπεύει την πραγματική πιθανότητα να μολυνθεί κάποιος από τον κορονοϊό, ούτε ισοδυναμεί στην πράξη -όπως κακώς πολλοί νομίζουν- με το ότι οι 95 στους 100 άνθρωποι που θα εμβολιαστούν, σίγουρα δεν θα μολυνθούν ή δεν θα αρρωστήσουν.
“Η αποτελεσματικότητα (effectiveness) δείχνει πόσο καλά δουλεύει το εμβόλιο έξω στον πραγματικό κόσμο”, σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή επιδημιολογίας Ναόρ Μπαρ-Ζέεβ της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς της Βαλτιμόρης.
Ίσως η αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά του κορονοϊού στις δοκιμές (efficacy) αποδειχθεί εξίσου εντυπωσιακή στην πράξη (effectiveness), αλλά με βάση την προηγούμενη εμπειρία εμβολιασμών, θα είναι μάλλον κάπως μικρότερη– άγνωστο πόσο. Αυτό εν μέρει οφείλεται στο ότι οι λίγες χιλιάδες άνθρωποι που συμμετέχουν στις κλινικές δοκιμές, δεν αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΜΠΕ- Thetoc.gr