Μιχάλης Κατρίνης: “Τώρα και όχι κατόπιν εορτής χρειάζονται τη ρευστότητα οι επιχειρήσεις της εστίασης του τουρισμού και του λιανεμπορίου”
Μιχάλης Κατρίνης: “Τώρα και όχι κατόπιν εορτής χρειάζονται τη ρευστότητα οι επιχειρήσεις της εστίασης του τουρισμού και του λιανεμπορίου”
Το τεράστιο πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν επιχειρήσεις στην εστίαση, τον τουρισμό και το λιανεμπόριο , ξεκινώντας τη λειτουργία τους, επισήμανε μιλώντας στη Βουλή, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Κινήματος Αλλαγής κ.Κατρίνης.
Τόνισε ότι οι επιχειρήσεις στην εστίαση και στον τουρισμό χρειάζονται οικονομική ενίσχυση τώρα και όχι κατόπιν εορτής, αναφέροντας ότι το πρόγραμμα ενίσχυσης ρευστότητας που ανακοίνωσε η κυβέρνηση δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες, ενώ ακόμα δεν έχει ανακοινωθεί κάτι για το λιανεμπόριο που έχει υποστεί μεγάλη πτώση τζίρου το πρώτο διάστημα επαναλειτουργίας του.
‘’Οι επιχειρήσεις της εστίασης έχουν ανοίξει εδώ και μία εβδομάδα και ο αρμόδιος υφυπουργός είπε ότι είναι πιθανόν να πληρωθούν κάποιοι τέλη Ιουνίου, δηλαδή τον Ιούλιο, ενώ είναι άγνωστο αν θα υπάρξει παροχή ρευστότητας στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα του τουρισμού πριν ολοκληρωθεί η τουριστική περίοδος. Για το λιανεμπόριο, δεν έχει προβλεφθεί ακόμα κάτι, παρά την πολύ μεγάλη ζημιά’’ , τόνισε ο Μιχάλης Κατρίνης.
Παράλληλα ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Κινήματος Αλλαγής , άσκησε για μία ακόμα φορά κριτική στην απροθυμία του τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει την πραγματική οικονομία.
Όπως ανέφερε, ενώ οι τράπεζες εμφάνισαν το 2020 πλεονάζουσα ρευστότητα πάνω από 47 δις, η καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης έφτασε το 2020 μόλις τα 6,7 δις ευρώ, από τα οποία τα 6,4 δις (το 95%) δόθηκαν με την εγγύηση του Ελληνικού δημοσίου και αυτά σε λιγότερες από 30.000 επιχειρήσεις σε σύνολο 830.000 ενεργών επιχειρηματικών ΑΦΜ.
Ουσιαστικά δηλαδή πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση είχε λιγότερο από το 4% των επιχειρήσεων.
Όπως είπε ο κ.Κατρίνης το Παρατηρητήριο Ρευστότητας αλλά και η ίδια η κυβέρνηση έχουν επιλέξει το ρόλο του παθητικού θεατή απέναντι στην απροθυμία των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, τώρα που η πρόσβαση στη ρευστότητα συνιστά όρο επιβίωσης για τις περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις.