Οι «καταραμένοι» Κήποι του Πασά στη Θεσσαλονίκη που θυμίζουν έργο του Γκαουντί
[ad_1]
Γνωστοί και ως «Δρακόσπιτα» ή «άντρο των δερβισάδων», οι Κήποι του Πασά στη Θεσσαλονίκη, αποτελούν ένα αμφιλεγόμενο αξιοθέατο, για το οποίο λίγοι έχουν ακουστά.
Πρόκειται για ένα εξαιρετικό δείγμα της λεγόμενης φανταστικής αρχιτεκτονικής, με κάποιους, μάλιστα, να το παρομοιάζουν με τα έργα του διάσημου Αντόνιο Γκαουντί στη Βαρκελώνη, και πιο συγκεκριμένα με κάποια από τα γλυπτά του στο περίφημο Πάρκο Γκουέλ.
Αν βάλουμε κάτω τις ημερομηνίες, μάλιστα, μπορούμε να καταλάβουμε ότι χρονικά η δημιουργία των δύο αυτών έργων συμπίπτει. Συγκεκριμένα, ο Γκαουντί δημιούργησε το πάρκο μετά την γνωριμία του με τους Γκουέλ, την πολύ πλούσια οικογένεια της Βαρκελώνης που του ανέθεσε την δημιουργία μιας νέας συνοικίας, μεταξύ 1900-1914.
Αν και το πάρκο δεν ολοκληρώθηκε ποτέ (στα σχέδια ήταν η δημιουργία 60 σπιτιών, εκ των οποίων μόνο τα τρία πρόλαβαν να χτιστούν), μέχρι σήμερα αποτελεί ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό έργο, το οποίο κορυφώνει την φήμη και το ταλέντο του Γκαουντί.
Από την άλλη, οι Κήποι του Πασά, με κατασκευές που θυμίζουν πολύ αυτές του πάρκου Γκουέλ, δημιουργήθηκαν το 1904, όπως αναγράφεται και στην επιγραφή που βρίσκεται στους κήπους.
Η εκκλησία, το νοσοκομείο Άγιος Δημήτριος και οι κήποι
Η μόνη ιστορική εξήγηση για την ύπαρξη του καταπράσινου πάρκου που συναντά κανείς ανεβαίνοντας ευθεία προς τα πάνω από την Πλατεία Συντριβανίου (στην περιοχή της Πανεπιστημιούπολης), δίπλα από τα Κάστρα, στην Άνω Πόλη είναι αυτή η συγκεκριμένη επιγραφή. Πρόκειται για μια περιφραγμένη έκταση, ακριβώς πίσω από το νοσοκομείο Άγιος Δημήτριος, έξω από τα ανατολικά τείχη της πόλης.
Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία, η συγκεκριμένη περιοχή έξω από τα ανατολικά τείχη που συμπεριλαμβάνει το αγίασμα του Αγίου Παύλου, τον Κέδρινο Λόφο και τα λατομεία είχε παραχωρηθεί στην εκκλησία, η οποία με την σειρά της το 1875 παρέδωσε τα δικαιώματα στην Φιλόπτωχο Αδελφότητα με σκοπό την δημιουργία νεκροταφείων.
Κατά το 1901 η περιοχή από το αγίασμα του Αγίου Παύλου μέχρι την Ευαγγελίστρια έρχεται στη δικαιοδοσία της Νομαρχίας, η οποία στο συγκεκριμένο σημείο χτίζει το Νοσοκομείο Χαμιδιέ, που αργότερα μετονομάστηκε σε Ξένων και Δημοτικό, και σήμερα, μετά την Απελευθέρωση, ακούει στο όνομα Άγιος Δημήτριος. Σύμφωνα με την επιγραφή, λοιπόν, που βρίσκεται στο νοσοκομείο οι κήποι ανήκουν στην ιδιοκτησία του, καθώς δημιουργήθηκαν για να κοσμήσουν το πίσω μέρος τους.
Η έκταση που καταλαμβάνουν αγγίζει τα 1.000 τ.μ., ενώ για την ονομασία τους δεν υπάρχει κανένα αρχείο που να την συνδέει με κάποιον Πασά. Οι περισσότεροι αποδίδουν την ονομασία του πάρκου στον Σεϊφουλάχ Πασά, καθώς οι ιστορίες αναφέρουν πως το συγκεκριμένο μέρος αποτέλεσε το ησυχαστήριό του.
Η φανταστική αρχιτεκτονική του πάρκου
Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο του πάρκου δεν είναι άλλο από την αρχιτεκτονική που το χαρακτηρίζει, η οποία ακολουθεί το ύφος της φανταστικής αρχιτεκτονικής. Πρόκειται για έναν όρο που χρησιμοποιείται κυρίως για έργα που έχουν δημιουργηθεί μετά από πλήρως ελεύθερους συνδυασμούς τόσο στα δομικά υλικά, όσο και στη σύνθεσή του, με την κατασκευή τους να αποδίδεται σε άγνωστους τεχνίτες οι οποίοι ξεχωρίζουν για την ολοκληρωτική έλλειψη της πρακτικότητας στις δημιουργίες τους.
Η Ιστορία της Αρχιτεκτονικής, ωστόσο, δεν έχει κάνει πάντα αποδεκτό τον συγκεκριμένο όρο, ο οποίος αποδίδεται κυρίως στη λαϊκή αρχιτεκτονική. Στην συγκεκριμένη φανταστική αρχιτεκτονική είναι που κατατάσσεται και το Πάρκο Γκουέλ του Γκαουντί στη Βαρκελώνη, με το οποίο πολλοί είναι εκείνοι που παρομοιάζουν του Κήπους του Πασά στη Θεσσαλονίκη.
Τα κτίσματα του πάρκου είναι μικρού μεγέθους, ενώ διαθέτουν δρομάκια και σκάλες σε διάφορα επίπεδα. Για την δημιουργία τους χρησιμοποιήθηκαν σιδηροδοκοί και σιδερόβεργες, πάνω στα οποία στηρίζονται τούβλα και ακατέργαστη πέτρα. Η παρουσία του νερού, σύμφωνα με τη σύνθεση του χώρου, φαίνεται ότι είχε σπουδαία θέση, καθώς από τις εγκαταστάσεις γίνεται αντιληπτή η ύπαρξή του.
Τα μοναδικά σωζόμενα μέρη του πάρκου σήμερα είναι ένα σιντριβάνι που περιβάλλει μία σήραγγα, μια χαμηλή πύλη που οδηγεί σε ένα υπόγειο, ένα υπερυψωμένο καθιστικό και μια στέρνα για την συγκέντρωση του νερού. Αν παρατηρήσει κανείς την κατασκευή λίγο καλύτερα, σίγουρα θα του φέρει στο νου εικόνες από απολιθωμένο δάσος.
Οι ανατριχιαστικοί μύθοι που συνοδεύουν τους Κήπους του Πασά
Ένας από τους πιο μυστηριακούς τόπους της Θεσσαλονίκης θα ήταν σχεδόν παράδοξο να μην ακολουθείτο και από ανατριχιαστικούς θρύλους, οι οποίοι μετατρέπουν το πάρκο σε ακόμα πιο απόκοσμο προορισμό.
Ένας από αυτούς, βασισμένος στις διάφορες απομιμήσεις μορφών και περίεργων συμβόλων τους τοίχους αλλά και στη στοά που δεν οδηγεί πουθενά, θέλει τους Κήπους του Πασά να αποτέλεσαν τόπο συνάντησης για τους Οθωμανούς τέκτονες της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι, μάλιστα, ανήκαν στο στενό κύκλο του Σεϊφουλάχ Πασά με τον οποίο έχει συνδυάσει το όνομά του το πάρκο, σύμφωνα με τις ιστορίες των ντόπιων.
Επίσης, δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι οι πέτρες με τις οποίες έχουν δημιουργηθεί τα χτίσματα είναι χτυπημένες από κεραυνό, ενώ φήμες υποστηρίζουν ότι οι Κήποι του Πασά αποτελούσαν τέλος των κατακομβών της Θεσσαλονίκης.
Μία, ακόμη, ανεπιβεβαίωτη φήμη που πλανάται γύρω από το πάρκο είναι το ότι οι κήποι λειτουργούσαν ως σημείο όπου πραγματοποιούνταν αποκρυφιστικές τελετές και ανθρωποθυσίες. Μία τοποθεσία που επέλεγαν οι οπαδοί του Αποκρυφισμού και την διαμόρφωναν με τέτοιον τρόπο ώστε να μην γίνονται αντιληπτοί από τους ντόπιους.
Ο δημοφιλέστερος αστικός μύθος, ωστόσο, αναφέρεται στην οδό της Μαύρης Πέτρας, η οποία οδηγεί σε αδιέξοδο στο ύψος των Κήπων. Το αξιοπερίεργο με την συγκεκριμένη οδό είναι το γεγονός ότι κάθε τρεις μέρες στις 12 το βράδυ εμφανίζεται ένα χαμένος δρόμος, που κανείς δεν γνωρίζει πού οδηγεί.
Οι κάτοικοι της περιοχής, πάντως, δεν τρομοκρατούνται από τους μύθους και τους θρύλους που «στοιχειώνουν» το πάρκο, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για ιστορίες που ξεκίνησαν για πλάκα και, τελικά, μέχρι σήμερα ασχολούμαστε με αυτές.
Η πιο λογική εκδοχή και ερμηνεία για την γέννηση και την διάδοση των μύθων αναφορικά με τους Κήπους έρχεται από έναν λάτρη της ιστορίας. Ο ίδιος εξηγεί πως την περίοδο που είχε γίνει ο κακός χαμός με τις λίρες και όλη η χώρα έσκαβε για να πλουτίσει, είχε γίνει έντονη αναφορά και στους Κήπους τους Πασά.
Έτσι, με κάποιο τρόπο η περιοχή έπρεπε να καταστεί «καταραμένη», με σκοπό οι πιο έξυπνοι της εποχής να πραγματοποιούν να κάνουν τις έρευνές τους ανενόχλητοι. Το ίδιο ισχύει και την οδό της Μαύρης Πέτρας, η οποία ανέκαθεν οδηγούσε στο ίδιο σημείο. Έπρεπε απλώς πάσα θυσία να καταστεί απλησίαστη, για τον ίδιο ακριβώς λόγο.