Το σχέδιο Μητσοτάκη για την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων
22/06/201916:00

Το σχέδιο Μητσοτάκη για την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων

[ad_1]

Του Δημήτρη Δελεβέγκου

Μέτρα που ζητούν εδώ και χρόνια οι παράγοντες της αγοράς ακινήτων περιλαμβάνει το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας για την ανάκαμψη της κτηματαγοράς. Ύστερα από μείωση των τιμών στις κατοικίες ακόμη και πάνω από 60% από το 2008, καθίζηση του αριθμού των συναλλαγών που αγγίζει το 90%, σε σχέση με πριν από μία δεκαετία και  πτώση ενοικίων έως και 40%, τα τελευταία χρόνια η αγορά ακινήτων έχει δει καλύτερες ημέρες. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς, οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν κατά 4%, σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2018 και για το σύνολο της περασμένης χρονιάς ενισχύθηκαν κατά 1,6% έναντι μείωσης 1% το 2017.

Αναλυτές αποδίδουν την “επανεκκίνηση” του εγχώριου real estate στην μεγάλη εξάπλωση των βραχυπρόθεσμων μισθώσεων και στην τάση της μετασκευής παλαιών κτηρίων σε επιπλωμένα διαμερίσματα. Αλλά κυρίως, όπως υποστηρίζουν, οι βελτιωμένες επιδόσεις των τελευταίων ετών, οφείλονται στο γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν “πείραξε”-λαμβάνοντας  νομοθετικές πρωτοβουλίες- την αγορά ακινήτων, η οποία, παρότι πλήττεται από υπερφορολόγηση, κατάφερε, σε μεγάλο βαθμό, να αυτορρυθμιστεί. Ενδεικτικό αυτού, εξάλλου, είναι το νομικό πλαίσιο για την επιβολή περιορισμών στην οικονομία διαμοιρασμού που δημιουργήθηκε το 2016, αλλά έως σήμερα, δεν έχει ενεργοποιηθεί, καθώς εκκρεμεί η έκδοση των απαιτούμενων ΚΥΑ.

Τι σχεδιάζει η Ν.Δ.

Εάν η Νέα Δημοκρατία σχηματίσει κυβέρνηση στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, όπως εξήγγειλε, χθες, ο κ. Μητσοτάκης:

– Σε ορίζοντα διετίας θα μειώσει τον ΕΝΦΙΑ κατά 30% για όλους τους ιδιοκτήτες. Όπως προκύπτει από πρόσφατη έκθεση του ΙΟΒΕ, η εισαγωγή του φόρου ακινήτων επηρέασε άμεσα τις τιμές των ακινήτων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του φορέα– και με δεδομένο ότι ο φόρος διαφοροποιείται ανάλογα με την αξία του ακινήτου – η πτώση των τιμών που θα μπορούσε να αποδοθεί στον φόρο κατοχής ακινήτων (αρχικά ΕΕΤΗΔΕ και έπειτα ΕΝΦΙΑ) είναι περίπου 19% για την πλειονότητα των κτηρίων (με αντικειμενική τιμή έως €200.000), αλλά αυξάνεται με την αξία του ακινήτου, φτάνοντας το 74% για ακίνητα αξίας μεγαλύτερης του €1 εκατ. Αυτό συνεπάγεται μια ανάλογη μείωση της αξίας της ακίνητης περιουσίας των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.

– Θα θεσμοθετηθεί έκπτωση 40-50% για τις εργασίες ενεργειακής, λειτουργικής και αισθητικής αναβάθμισης των κτηρίων. Οι φορολογούμενοι, δηλαδή, θα κρατούν τα τιμολόγια δαπανών και θα έχουν την προβλεπόμενη έκπτωση μετά από συμψηφισμό με τις φορολογικές υποχρεώσεις τους, συμπεριλαμβανομένου του ΕΝΦΙΑ. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία εκτιμάται, όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, ότι θα μπορούσε να δώσει ώθηση στις επενδύσεις σε κατοικίες. Κατά την έρευνα του ΙΟΒΕ, οι ετήσιες επενδύσεις σε κατοικίες υποχώρησαν ραγδαία, κατά 95,4% και διαμορφώθηκαν το 2017 σε 1,1 δισ., έναντι 24,8 δισ. ευρώ το 2007.

-Θα απλοποιηθεί η μεταβίβαση ακινήτων, καθώς τα 23 δικαιολογητικά, που απαιτούνται, θα περιοριστούν, αρχικά, κατά το 1/3, ενώ στόχος είναι σταδιακά το σύνολο των απαιτούμενων δικαιολογητικών να είναι διαθέσιμο ηλεκτρονικά. Στην γραφειοκρατία που χαρακτηρίζει τη διαδικασία μεταβίβασης ακινήτων έχει αναφερθεί επανειλημμένα η ΠΟΜΙΔΑ, με τον μέσο όρο των απαιτούμενων εγγράφων στις χώρες του ΟΟΣΑ να μην υπερβαίνει τα 4,7.

-Θα ανασταλεί για μία τριετία ο φόρος υπεραξίας (15%) στις αγοραπωλησίες, όπως και ο ΦΠΑ στην οικοδομική δραστηριότητα. Σύμφωνα με τον ΚΦΕ, εισόδημα για τα φυσικά πρόσωπα δημιουργείται και από την υπεραξία που προκύπτει από πράξεις μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας, εφόσον οι συναλλαγές αυτές δεν συνιστούν επιχειρηματική δραστηριότητα. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης και της τιμής πώλησης. Η υπεραξία των ακινήτων υπολογίζεται μετά από αποπληθωρισμό της τιμής πώλησης και απομείωσής της με βάση συντελεστή που αποτελεί φθίνουσα συνάρτηση των ετών διακράτησης του ακινήτου. Υπεραξία μέχρι του ποσού των €25.000 απαλλάσσεται από τον φόρο, εφόσον ο φορολογούμενος έχει διακρατήσει το ακίνητο για 5 χρόνια και δεν έχει πραγματοποιήσει το συγκεκριμένο διάστημα άλλη μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας. Σε περίπτωση που προκύπτει ζημιά, από τη μεταβίβαση ακινήτων ή τίτλων, αυτή μεταφέρεται επ’ αόριστο για συμψηφισμό με τυχόν μελλοντικά κέρδη υπεραξίας.

Όσον αφορά τον ΦΠΑ 24% στα νεόδμητα ακίνητα, σύμφωνα με υπολογισμούς του ΙΟΒΕ, εάν μειωνόταν κατά 11%,, θα δημιουργούνταν σημαντικά οφέλη, όπως η αύξηση των επενδύσεων σε κατοικίες, που αντιστοιχούν το 2017 στο 0,6% του ΑΕΠ, από 10,8% το 2007. Ενδεικτικά, για το διάστημα 2019-2022, ενδεχόμενη μείωση του ΦΠΑ θα οδηγούσε σταδιακά σε επιπρόσθετα έσοδα για το Δημόσιο από φορολογία από 18 εκατ. ευρώ έως 72 εκατ. ευρώ, σε αύξηση της αξίας του ΑΕΠ έως 265 εκατ. ευρώ και σε δημιουργία επιπρόσθετων θέσεων εργασίας από 912 σε 3.650.

 [email protected]

Μοιραστείτε το άρθρο

Περισσότερα Νέα