Η ναυμαχία του Αρτεμισίου το 480 π.Χ
01/01/197002:00

Η ναυμαχία του Αρτεμισίου το 480 π.Χ

[ad_1]

Η Ναυμαχία του Αρτεμισίου, που διεξήχθη παράλληλα με τη μάχη των Θερμοπυλών, είναι θαλάσσια σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων και Περσών, κατά τη δεύτερη περσική εισβολή.

Οι Πέρσες ξεκίνησαν, υπό την ηγεσία του Ξέρξη Α’, εισβολή στην Ελλάδα, με στόχο να αποκαταστήσουν το γόητρο τους μετά την ήττα από τους Αθηναίους στον Μαραθώνα, το 490 π.Χ. Ο Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός Θεμιστοκλής πρότεινε στους Έλληνες να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες στους στενούς χώρους των Θερμοπυλών και του Αρτεμισίου.

Ο περσικός στόλος είχε χάσει περίπου τετρακόσια πλοία λόγω θύελλας στη Μαγνησία, ενώ αργότερα έχασε άλλα διακόσια πλοία στην Εύβοια, τα οποία έστειλε για να παγιδεύσει τους Έλληνες. Μετά από δύο μέρες μικροσυγκρούσεων, ξεκίνησε η κύρια μάχη, που έληξε για τους αντιπάλους με ίσες απώλειες. Οι Έλληνες, όμως, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στη Σαλαμίνα, όταν έμαθαν το αποτέλεσμα της μάχης των Θερμοπυλών.

Στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ωστόσο, οι Έλληνες πέτυχαν αποφασιστική νίκη, λόγω του ότι κατάφεραν να παρασύρουν τους Πέρσες στα στενά. Μετά την ήττα στη Σαλαμίνα, ο Ξέρξης, με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του, υποχώρησε στην Ασία, αναθέτοντας στον Μαρδόνιο την υποδούλωση της Ελλάδος. Αλλά, οι Έλληνες πέτυχαν αποφασιστικές νίκες στις Πλαταιές και στη Μυκάλη, αναγκάζοντας τους Πέρσες να υποχωρήσουν ολοκληρωτικά.

Πηγές 
Κύρια πηγή για τους Περσικούς πολέμους αποτελεί ο Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος. Ο Ηρόδοτος, γνωστός ως «Πατέρας της Ιστορίας», γεννήθηκε το 484 π.Χ. στην Αλικαρνασσό της Μικράς Ασίας, η οποία εκείνη την περίοδο βρισκόταν υπό περσική κατοχή. Έγραψε το έργο «Ιστορίαι» γύρω στα 440-430 π.Χ, προσπαθώντας να ανακαλύψει τις πραγματικές αιτίες των Περσικών πολέμων, οι οποίοι ολοκληρώθηκαν το 450 π.Χ. Η μέθοδος του Ηρόδοτου αποτελούσε καινοτομία και σύμφωνα με μερικούς ιστορικούς, ο Ηρόδοτος έχει εφεύρει την ιστορία που ξέρουμε. Κατά τον Παπαρρηγόπουλο: «Ο Ηρόδοτος είναι ο δημιουργός της αληθούς ιστορικής τέχνης…πρώτος ενόησεν ότι η ιστορία δεν είναι απλούς πραγμάτων κατάλογος, αλλά και η τεχνική των πραγμάτων τούτων συναρμολογία και η εξήγησις του χαρακτήρος αυτών». Κατά τον Τομ Χόλλαντ: «Για πρώτη φορά, ένας ιστορικός αποφάσισε να αποκαλύψει τα αίτια ενός πολέμου, ο οποίος έληξε πρόσφατα, χωρίς να καταγράφει μύθους, αλλά αιτίες, τις οποίες θα μπορούσαμε να ελέγξουμε προσωπικά»

Ο Θουκυδίδης είχε αμφισβητήσει το έργο του Ηροδότου, καθώς η προσωπική άποψη του τελευταίου εμφανιζόταν συχνά στο έργο του. Παρ’ όλ’ αυτά, ο Θουκυδίδης αποφάσισε να ξεκινήσει το έργο του εκεί όπου ο Ηρόδοτος σταμάτησε (στην πολιορκία της Σηστού) αλλά σταμάτησε την προσπάθεια, επειδή πίστευε ότι το έργο του Ηροδότου δεν χρειαζόταν επαναγραφή ή διορθώσεις, γιατί ήταν ακριβές. Η αξιοπιστία του Ηροδότου έχει αμφισβητηθεί και από άλλους ιστορικούς. Ο Παυσανίας, στα Φωκικά, αναφέρεται στην περιγραφή του Ηροδότου για τη μάχη των Θερμοπυλών, όπου ο δεύτερος καταγράφει ότι οι Θηβαίοι παραδόθηκαν, όπως και 80 Μυκηναίοι. Ο Πλούταρχος, στο έργο Περί της Ηροδότου κακοήθειας (αν όντως το έγραψε αυτός), κατηγορεί τον Ηρόδοτο επειδή ο τελευταίος ζήτησε χρήματα από τους Θηβαίους, και επειδή δεν τα έλαβε, έγραψε ότι οι Θηβαίοι δείλιασαν και παραδόθηκαν.

Οπωσδήποτε οι κατηγορίες που εκτοξεύει το σύγγραμμα αυτό κατά του Ηρόδοτου κάθε άλλο παρά σοβαρές είναι. Την περίοδο της Αναγέννησης, παρά το γεγονός ότι οι άνθρωποι συνέχιζαν να διαβάζουν το έργο του Ηροδότου, ο ιστορικός είχε κακή φήμη. Παρ’ όλ’ αυτά, τα αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαίωσαν τα γραφόμενα του Ηροδότου και αποκατέστησαν τη φήμη και την αξιοπιστία του, ειδικά ως προς τα γεγονότα που εξέτασε αυτοπροσώπως. Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν το έργο του αξιόπιστο, αλλά έχουν αμφιβολίες για τους αριθμούς των νεκρών και τις ημερομηνίες των μαχών.

Ο ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης έγραψε τον 1ο αιώνα π.Χ. τη Βιβλιοθήκη Ιστορική. Θεωρείται ότι ο Ηρόδοτος και ο Έφορος ο Κυμαίος αποτελούν τις πηγές του Διόδωρου. Η μάχη περιγράφεται με λιγότερες λεπτομέρειες από σειρά αρχαίων ιστορικών, όπως ο Πλούταρχος και ο Κτησίας, ενώ αποτελεί το θέμα της τραγωδίας Πέρσαι του Αισχύλου. Αρχαιολογικά ευρήματα, όπως η δελφική Στήλη των Όφεων, υποστηρίζουν τα αναφερόμενα από τον Ηροδότο

Υπόβαθρο

Η Αθήνα και η Ερέτρια υποστήριξαν τους Ίωνες στον αγώνα τους κατά των Περσών (499-494 π.Χ), οι οποίοι κατέπνιγαν κάθε εξέγερση εναντίον τους. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, ο Δαρείος ήταν σφετεριστής, και πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στους πολέμους εναντίον των εξεγερμένων υποτελών του. Η εξέγερση αυτή απείλησε τη σταθερότητα της αυτοκρατορίας του Δαρείου, για αυτό και ορκίστηκε να εκδικηθεί όσες πόλεις συμμετείχαν – έβλεπε επίσης την ευκαιρία να επεκταθεί στη Δύση. Το 492 π.Χ, οι Πέρσες, με αρχηγό τον Μαρδόνιο, ανακατέλαβαν τη Θράκη και ανάγκασαν τους Μακεδόνες να συμμαχήσουν μαζί τους.

Το 491 π.Χ, ο Δαρείος απαίτησε την παράδοση όλων των ελληνικών πόλεων. Πολλές από αυτές παραδόθηκαν – ο Ηρόδοτος αναφέρεται στην παράδοση των Αιγινητέων, που μετέπειτα κατηγορήθηκαν από τους Σπαρτιάτες για προδοσία. Οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες ήταν οι μόνοι που αρνήθηκαν να παραδοθούν στους Πέρσες. Τότε, το 490 π.Χ, ο Δαρείος ξεκίνησε νέα εκστρατεία, με αρχηγούς τον Δάτη και τον Αρταφέρνη, οι οποίοι κατάφεραν να καταλάβουν τη Νάξο, τις Κυκλάδες και την Ερέτρια. Αλλά, η επέκταση τους σταμάτησε και αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Ασία χάρη στη νίκη των Αθηναίων και των Πλαταιείων στον Μαραθώνα.

 Η Πρώτη περσική εισβολή στην Ελλάδα διεξήχθη από το 492 π.Χ έως το 490 π.Χ και στην ουσία έλιξε το 490 π.Χ με την επικράτηση των ελλήνων στη μάχη του Μαραθώνα. 

Ο Δαρείος άρχισε να συγκεντρώνει μεγάλο στρατό για να επιτεθεί ξανά στην Ελλάδα, αλλά τα σχέδιά του αναβλήθηκαν, λόγω της εξέγερσης στην Αίγυπτο, όταν και πέθανε – στον θρόνο ανέβηκε ο Ξέρξης Α’. Ο Ξέρξης ανακατέλαβε την Αίγυπτο και άρχισε ξανά τις προετοιμασίες για εισβολή στην Ελλάδα. Καθώς θα αποτελούσε μεγάλης κλίμακας εισβολή, ο Ξέρξης χρειαζόταν πολύ χρόνο για συγκεντρώσει στρατό και υλικά αγαθά. Ο Ξέρξης αποφάσισε ότι ο Ελλήσποντος πρέπει να γεφυρωθεί για να επιτρέψει στον στρατό του να διασχίσει την Ευρώπη, και ότι ένα κανάλι πρέπει να περνά δια μέσου του ισθμού του Όρους Άθως. Η εκπλήρωση αυτών των στόχων ήταν πάρα πολύ δύσκολη, όπως είναι και για τα σύγχρονα κράτη. Στις αρχές του 480 π.Χ, οι ετοιμασίες τελείωσαν, και ο στρατός που συγκέντρωσε ο Ξέρξης στις Σάρδεις βάδισε στην Ευρώπη, περνώντας από τον Ελλήσποντο δια μέσου δύο τεχνητών γεφυρών.

Στα μέσα της δεκαετίας του 480 π.Χ, οι Αθηναίοι ξεκίνησαν τις προετοιμασίες για πιθανό πόλεμο κατά των Περσών. Το 482 π.Χ, ο Θεμιστοκλής έπεισε τους Αθηναίους να δημιουργήσουν ένα στόλο από τριήρεις, λέγοντας τους ότι πρόκειται να επιτεθεί στην Αίγινα. Ωστόσο, οι Αθηναίοι δεν κατείχαν τον απαραίτητο αριθμό στρατιωτών για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες και, συνεπώς, χρειάζονταν μια συμμαχία από ελληνικές πόλεις-κράτη. Το 481 π.Χ, ο Ξέρξης έστειλε πρεσβευτές σε όλες τις ελληνικές πόλεις-κράτη, με εξαίρεση την Αθήνα και τη Σπάρτη, ζητώντας γη και ύδωρ. Η Σπάρτη και Αθήνα έλαβαν την υποστήριξη μερικών ελληνικών πόλεων, και το ίδιο έτος, στην Κόρινθο, συγκλήθηκε συνέδριο, όπου και δημιουργήθηκε η ελληνική συμμαχία. Το κάθε μέλος της συμμαχίας είχε την δυνατότητα να στέλνει αγγελιαφόρους στις υπόλοιπες πόλεις-μέλη, ζητώντας στρατό για αμυντικούς σκοπούς. Σύμφωνα με τους σύγχρονους ιστορικούς, αυτό αποτελεί αξιοσημείωτο, καθώς οι εμφύλιες συρράξεις μεταξύ των Ελλήνων, εκείνη την περίοδο, συνεχίζονταν.

Το 480 π.Χ, συγκλήθηκε νέο συνέδριο. Μια αντιπροσωπεία από τη Θεσσαλία πρότεινε στους Έλληνες να σταματήσουν τον Ξέρξη στα Στενά των Τεμπών. Ωστόσο, οι Πέρσες έμαθαν από τον Αλέξανδρο Α’ της Μακεδονίας ότι η κοιλάδα θα μπορούσε να παρακαμφθεί μέσω του Περάσματος του Σαρανταπόρου, και λόγω του μεγαλύτερου μεγέθους του περσικού στρατού, οι Έλληνες οπισθοχώρησαν. Λίγο αργότερα, έμαθαν ότι ο Ξέρξης διέσχισε τον Ελλήσποντο. Τότε, ο Θεμιστοκλής πρότεινε μια διαφορετική στρατηγική στους συμμάχους. Ο Ξέρξης θα αναγκαζόταν να περάσει από τις Θερμοπύλες για να φτάσει στη Νότια Ελλάδα. Για αυτό, ο Θεμιστοκλής πρότεινε στους Έλληνες να κλείσουν το στενό πέρασμα των Θερμοπυλών, όπου οι Πέρσες δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την αριθμητική υπεροχή τους. Παράλληλα, οι Αθηναίοι θα αντιμετώπιζαν τον περσικό στόλο στο Αρτεμίσιο. Αυτό το σχέδιο έγινε δεκτό από τους Έλληνες. Ωστόσο, οι πόλεις της Πελοποννήσου, σε περίπτωση αποτυχίας του σχεδίου, σχεδίαζαν να υπερασπιστούν τον Ισθμό της Κορίνθου, ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά των Αθηναίων θα έφευγαν μαζικά στην Τροιζήνα.

Πρελούδιο

Όταν έγινε γνωστή η προέλαση του περσικού στρατού κατά μήκος της ακτής του Ολύμπου (τέλη Ιουλίου ή αρχές Αυγούστου), οι Έλληνες έπλευσαν στο Αρτεμίσιο – από όπου μπορούσαν να φύγουν γρήγορα σε περίπτωση ανάγκης. Οι Έλληνες έστειλαν τρία πλοία στη Σκιάθο, με σκοπό να προειδοποιήσουν τους υπόλοιπους για την εμφάνιση του περσικού στόλου. Μετά από δύο εβδομάδες, δέκα τριήρεις από τη Σιδώνα έφθασαν στη Σκιάθο – οι υπόλοιποι Έλληνες έμαθαν για την παρουσία τους χάρη σε πυρσούς. Σε σύγκρουση που ακολούθησε, δύο από τα ελληνικά πλοία καταστράφηκαν με το τρίτο να υποχωρεί. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Έλληνες δεν ήταν σίγουροι ότι το μήνυμα του πυρσού εννοούσε την άφιξη του περσικού στόλου, για αυτό και οι Αθηναίοι έπλευσαν στο Αρτεμίσιο. Μόλις κατάλαβαν ότι ο περσικός στόλος δεν έφτασε εκείνη τη μέρα, οι Έλληνες κινήθηκαν στη Χαλκίδα, φυλάγοντας τον Εύριπον, και άφησαν ημεροσκόπους στα ψηλά της Εύβοιας.

Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν ότι οι Έλληνες ερμήνευσαν λανθασμένα τα μηνύματα των πυρσών και πίστεψαν ότι οι Πέρσες έπλευσαν ανατολικά της Σκιάθου, με σκοπό να πλεύσουν στα ανατολικά της Εύβοιας – είτε οι Έλληνες κατάσκοποι, οι οποίοι έστειλαν τα μηνύματα, θεώρησαν ότι οι Πέρσες έπλευσαν ανατολικά της Σκιάθου. Ο περσικός στόλος μπορούσε να πλεύσει γύρω από την Εύβοια, να κινηθεί στην Αττική και να επιτεθεί στο Αρτεμίσιο, με αποτέλεσμα να παγιδεύσει τους Έλληνες και να μην τους επιτρέψει να υποχωρήσουν – ωστόσο, η υποχώρηση των Ελλήνων στη Χαλκίδα είχε ως αποτέλεσμα οι Έλληνες να γλιτώσουν από πιθανή παγίδα των Περσών στην Εύβοια και τους είχε δώσει τη δυνατότητα να επιστρέψουν στο Αρτεμίσιο.

Μετά από δέκα ημέρες, οι Πέρσες έφθασαν στις Θερμοπύλες – σύμφωνα με τον Ηρόδοτο είχαν πολύ μεγάλο στρατό και στόλο. Ωστόσο, οι Πέρσες αποφάσισαν να μην επιτεθούν. Την επόμενη ημέρα, ο περσικός στόλος έφτασε κοντά στο Αρτεμίσιο (με κατεύθυνση τη Μαγνησία), αλλά λόγω καταιγίδας, κατέληξαν σε ορεινή ακτή. Μέσα σε δύο μέρες, οι Πέρσες έχασαν το ένα τρίτο των πλοίων τους (400 πλοία), ενώ το περσικό πεζικό συνέχιζε να περιμένει τους Έλληνες να διασκορπιστούν στις Θερμοπύλες.

Μια μέρα μετά τη λήξη της καταιγίδας, ο ελληνικός στόλος επέστρεψε στο Αρτεμίσιο, μετά από σπονδή προς τιμή του Ποσειδώνα. Αργότερα, οι Πέρσες ξεκίνησαν την επίθεση κατά των Ελλήνων στις Θερμοπύλες – παράλληλα, ο περσικός στόλος αγκυροβόλησε τα πλοία του απέναντι από το Αρτεμίσιο (ο Ηρόδοτος δίνει το όνομα Ἀφέται για την περιοχή αυτή – σήμερα εκεί βρίσκεται η Άφυσσος), αν και δεκαπέντε πλοία, που βρέθηκαν στις ελληνικές γραμμές, καταστράφηκαν. Παρ’ ολ’ αυτά, οι Πέρσες είχαν τρεις φορές περισσότερα πλοία από ότι οι Έλληνες, γι’ αυτό και οι τελευταίοι σχεδίαζαν να αποσυρθούν. Οι άνδρες από την Εύβοια δωροδόκησαν τον Θεμιστοκλή για να πείσει τους υπόλοιπους στρατηγούς να μείνουν στο Αρτεμίσιο – ο Θεμιστοκλής με τη σειρά του έδωσε στον Ευριβιάδη πέντε τάλαντα και στον Αδείμαντο τρία αργυρά τάλαντα.

Εκείνη την ημέρα, ο Σκυλλίης Σκιωναίος, δύτης και λιποτάκτης του περσικού στόλου, έφθασε στο ελληνικό στρατόπεδο – ενημέρωσε τους Έλληνες ότι οι Πέρσες έστειλαν διακόσια πλοία γύρω από την Εύβοια, με σκοπό να εμποδίσουν την υποχώρηση των Ελλήνων. Από την πλευρά τους, οι Πέρσες δεν ήθελαν να επιτεθούν στους Έλληνες, καθώς ήταν πειθόμενοι ότι οι τελευταίοι θα υποχωρούσαν, γι’ αυτό επιχείρησαν να τους παγιδεύσουν. Οι Έλληνες αποφάσισαν να φύγουν κατά το σούρουπο, ώστε οι Πέρσες να μην μάθουν το σχέδιο τους.

Οι Έλληνες φαίνεται να κατάλαβαν ότι τους δινόταν η ευκαιρία να καταστρέψουν ένα μέρος του περσικού στόλου. Σύμφωνα με σύγχρονους ιστορικούς, οι Έλληνες σκόπευαν να παγιδεύσουν τους Πέρσες, αφού τα υπόλοιπα ελληνικά πλοία στην Αττική θα ακολουθούσαν τους Πέρσες, καθώς αυτοί θα έμπαιναν στα Στενά της Εύβοιας από τα νότια – είτε θα παγίδευαν τους Πέρσες, καθώς αυτοί θα περνούσαν από το Αρτεμίσιο, έχοντας σκοπό να φθάσουν στην Άφυσσο. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ήθελαν να δείξουν ότι θα έμεναν στο Αρτεμίσιο – ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι θα ήταν καλή ευκαιρία για αυτούς να αξιολογήσουν τον περσικό στόλο. Οι Έλληνες περίμεναν μέχρι αργά το απόγευμα, για να μην εμπλακούν σε σοβαρή σύγκρουση και υποστούν βαριές απώλειες – αυτό το γεγονός σήμαινε την αρχή της ναυμαχίας.

 Χρονολογία

Σύμφωνα με τους σύγχρονους ιστορικούς, η ακριβής χρονολογία των γενονότων στις μάχες των Θερμοπυλών και του Αρτεμισίου, καθώς και η σχέση μεταξύ τους, δεν είναι ακόμα σαφής. Πάρακατω φαίνεται ο πίνακας με τους υπολογισμούς του Τομ Χόλλαντ και του Ζ. Λάζενμπαι.

Μοιραστείτε το άρθρο

Περισσότερα Νέα