09/09/202010:39

Μια απρόσμενη έρευνα: Η μάσκα λειτουργεί και ως άτυπο «εμβόλιο» κατά του κορωνοϊού- Πως το εξηγούν οι επιστήμονες

Ενώ όλος ο κόσμος περιμένει ένα εμβόλιο για τον κορωνοϊό, δύο επιστήμονες παρουσίασαν μια απρόσμενη θεωρία ότι οι μάσκες μπορούν να λειτουργήσουν ως άτυπο «εμβόλιο», καθώς εκθέτουν όσους τις φορούν σε λίγο μεν αλλά αρκετό ιό ώστε σε μερικούς να πυροδοτείται μια προστατευτική αντίδραση του ανοσοποιητικού τους συστήματος.

Εφόσον αυτό ισχύει και η χρήση της μάσκας είναι γενικευμένη, υποτίθεται ότι θα αυξάνεται η ανοσία στον πληθυσμό, θα περιορίζεται σταδιακά η εξάπλωση του ιού SARS-CoV-2 και η σοβαρότητα της νόσου Covid-19, ενώ ολοένα περισσότεροι άνθρωποι (έως το 80% από περίπου 40% σήμερα) θα είναι ασυμπτωματικοί, σύμφωνα με τους δύο λοιμωξιολόγους Μόνικα Γκάντι και Τζορτζ Ράδερφορντ του Τμήματος Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Σαν Φρανσίσκο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «New England Journal of Medicine».

Η ιδέα της μάσκας ως… άτυπο εμβόλιο για τον κορωνοϊό
Οι δύο επιστήμονες, σύμφωνα με τους «New York Times», εμπνεύστηκαν την ιδέα τους από την παλαιά πρακτική της σκόπιμης έκθεσης των ανθρώπων σε παθογόνους μικροοργανισμούς, κάτι που ξεκίνησε με την ευλογιά, μια ριψοκίνδυνη πρακτική που τελικά εγκαταλείφθηκε, αλλά άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία των σύγχρονων εμβολίων.

Ασφαλώς οι μάσκες δεν αποτελούν υποκατάστατο ενός εμβολίου, αλλά στοιχεία από ζώα που έχουν μολυνθεί με τον κορωνοϊό δείχνουν ότι πιθανώς οι μάσκες, περιορίζοντας σημαντικά τον αριθμό των σωματιδίων του κορωνοϊού που εισέρχονται στο σώμα, μειώνουν τον κίνδυνο να αρρωστήσει κανείς. Από την άλλη, εφόσον αναπόφευκτα ένας μικρός αριθμός μολυσμένων με τον ιό σταγονιδίων τελικά περνούν τη μάσκα και διεισδύουν στον οργανισμό, αυτό μπορεί σταδιακά να ωθεί το ανοσοποιητικό σύστημα να παράγει αυξημένα αμυντικά κύτταρα και κύτταρα μνήμης, που θα θυμούνται τον «εισβολέα» και μπορούν να τον καταπολεμήσουν καλύτερα.

Οπως γράφει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, σύμφωνα με τη δρα Γκάντι, οι μάσκες αυξάνουν τα ποσοστά των ασυμπτωματικών φορέων του κορωνοϊού και αυτό πιθανώς είναι ένας έμμεσος τρόπος εμβολιασμού του πληθυσμού. Κάτι τέτοιο βεβαίως δεν σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να μη φοράει πια μάσκα.

Η θεωρία όμως δεν μπορεί να αποδειχθεί, αν δεν γίνουν κλινικές δοκιμές που θα συγκρίνουν την κλινική πορεία ανθρώπων με μάσκες με εκείνους χωρίς μάσκες, ένα πείραμα πέρα από τα αποδεκτά βιοηθικά όρια. Αλλοι επιστήμονες εμφανίστηκαν πάντως επιφυλακτικοί, καθώς δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για να υποστηρίξουν την καινοφανή θεωρία. Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος να δημιουργηθεί σε ορισμένους ανθρώπους ένα παραπλανητικό αίσθημα εφησυχασμού ή, αντίθετα, να δοθεί τροφή στους επικίνδυνους ισχυρισμούς ότι δήθεν οι μάσκες είναι τελείως άχρηστες, αφού δεν εμποδίζουν πλήρως τον ιό να εισχωρήσει στο σώμα.

Η νέα θεωρία βασίζεται σε δύο προς το παρόν αναπόδεικτες υποθέσεις: αφενός ότι οι χαμηλότερες δόσεις του ιού οδηγούν σε λιγότερο σοβαρή λοίμωξη Covid-19 και αφετέρου ότι οι ασυμπτωματικοί ασθενείς ή εκείνοι με ήπια συμπτώματα μπορούν να έχουν και αυτοί μακροχρόνια ανοσιακή αντίδραση. Η ύπαρξη και μελέτη του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2 για λίγους μόνο μήνες δεν έχει επιτρέψει έως τώρα στους επιστήμονες να δώσουν βέβαιη απάντηση στις δύο παραπάνω υποθέσεις.

Τα πειράματα της Κίνας
Πειράματα πάντως σε τρωκτικά στην Κίνα φέτος έδειξαν ότι όσα ζώα προστατεύονταν από μάσκα ήταν λιγότερο πιθανό να μολυνθούν από τον κορωνοϊό, αλλά και όταν μολύνονταν, αρρώσταιναν λιγότερο σοβαρά σε σχέση με εκείνα χωρίς μάσκα. Παρατηρήσεις σε ανθρώπους φαίνεται να επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο. Οσο ευρύτερη είναι η χρήση μάσκας σε μια περιοχή ή χώρα, τόσο τα κρούσματα τείνουν να μειωθούν, ενώ αν και η μάσκα δεν μπλοκάρει το 100% των σωματιδίων του ιού, φαίνεται πως όσοι αρρωσταίνουν, έχουν λιγότερο σοβαρά συμπτώματα, ίσως επειδή μικρότερη ποσότητα του ιού διείσδυσε στον οργανισμό τους.

Στοιχεία που να συνδέουν τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων με τη δόση του μικροβίου έχουν βρεθεί και σε άλλους παθογόνους μικροοργανισμούς, όπως οι ιοί της γρίπης και τα βακτήρια της φυματίωσης. Παραμένει πάντως δύσκολο να προσδιοριστεί -όπως συμβαίνει και με τον νέο κορωνοϊό- ποια είναι η λοιμογόνος δόση που θα αρρωστήσει κάποιον. Αυτή φαίνεται να διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το γενετικό υπόβαθρο, η κατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος, η ανατομία των ρινικών κοιλοτήτων κ.α.
Πηγή: iefimerida.gr

Μοιραστείτε το άρθρο

Περισσότερα Νέα